της Βιβιάνας Τσιούμα*
H Δυτική Θράκη έχει πολλάκις βρεθεί στο επίκεντρο της εμπρηστικής ρητορικής του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, επιβεβαιώνοντας την πρόθεσή του για αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης και κατ’ επέκταση την επιθυμία του για επικαιροποίησή της.
Η τουρκική πλευρά επί σειρά ετών κατηγορεί όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις για εκμετάλλευση των μελών των μειονοτήτων στην περιοχή, θεωρώντας τες κίνδυνο για την δημόσια τάξη και ασφάλεια.
Πολλά και ισχυρά είναι τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς που μπορούν να αντικρούσουν τις όποιες ανακρίβειες των τουρκικών ισχυρισμών. Αναλύοντας σε πολιτικό επίπεδο τις θέσεις του ελληνικού κράτους έναντι των μουσουλμανικών μειονοτήτων διαπιστώνουμε τα εξής:
Ένα από τα κυρίαρχα σημεία αντιπαράθεσης με την γείτονα χώρα είναι αυτό της εκλογής των μουφτήδων. Η Τουρκία εναντιώνεται στο γεγονός ότι ο μουφτής στην Θράκη διορίζεται από το ελληνικό κράτος και συγκεκριμένα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ενώ ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης εκλέγεται.
Αυτό που εσκεμμένα δεν αναφέρει η γειτονική χώρα είναι ότι σε όλα τα μουσουλμανικά κράτη συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας, οι μουφτήδες δεν εκλέγονται αλλά διορίζονται. Ειδικά στην Ελλάδα καθώς ασκούν δικαστικά καθήκοντα, και μισθοδοτούνται από το ελληνικό κράτος διορίζονται από αυτό.
Το θέμα της δήθεν ελεύθερης εκλογής του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης είναι άλλη μία προσπάθεια παρερμήνευσης από την πλευρά της Τουρκίας.
Και τούτο διότι δεν πρόκειται για μία δημοκρατική εκλογή καθώς η τουρκική διοίκηση, και συγκεκριμένα το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών, έχει στην διάθεσή του τον κατάλογο των υποψηφίων -οι οποίοι παρεπιπτόντως πρέπει να έχουν τουρκική υπηκοότητα- και μπορεί να ασκήσει ανά πάσα στιγμή βέτο σε εκείνους που θεωρούνται «ανεπιθύμητοι».
Άρτια Παροχή Εκπαίδευσης στην Μουσουλμανική Μειονότητα
Εκτός των θρησκευτικών θεμάτων, η Ελλάδα κατηγορείται επίσης και για την ελλιπή παροχή εκπαίδευσης στα παιδιά της μειονότητας.
Αναρωτιέται κανείς που βασίζονται τέτοιου είδους ισχυρισμοί όταν στην περιοχή λειτουργούν 115 μειονοτικά δημοτικά σχολεία τα οποία εξασφαλίζουν στο ακέραιο τα δικαιώματα των μαθητών.
Από την άλλη, η εικόνα της εκπαίδευσης για τα ελληνόπουλα της Κωνσταντινούπολης κάθε άλλο παρά ιδανική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Στην Κωνσταντινούπολη το 1955 υπήρχαν 55 ελληνικά δημοτικά σχολεία ενώ σήμερα έχουν απομείνει μόνο 3. Το Ζωγράφειο με 50 μαθητές, το Ζάππειον Παρθεναγωγείο, όπου από το 2000 λειτουργεί ως μεικτό με 80 μαθητές και τέλος η Μεγάλη του Γένους Σχολή ως σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με μόλις 50 μαθητές.
Σε αντίθεση με το τουρκικό, το ελληνικό κράτος παρέχει πολλές ευκαιρίες για τα παιδιά της μειονότητας. Η υπεροχή του δημόσιου σχολείου από το μειονοτικό, η δυνατότητα διδασκαλίας του Κορανίου στο μάθημα των θρησκευτικών, το φέρνει πρώτο στις προτιμήσεις των μαθητών.
Το ειδικό επίσης ευνοϊκό καθεστώς εισαγωγής στα ΑΕΙ δίνει κίνητρο στους μουσουλμάνους μαθητές να σπουδάσουν σε ελληνικά πανεπιστήμια. Αξίζει να αναφέρουμε ότι στον Δικηγορικό Σύλλογο Ξάνθης, σε σύνολο 220 δικηγόρων, αναγράφονται 40 περίπου μουσουλμάνοι.
Πέραν του εκπαιδευτικού ζητήματος, η Τουρκία εξανίσταται με την ελληνική θέση της μη εκχώρησης του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού στα τουρκόφυλα μέλη της μειονότητας και την απαγόρευση του όρου ‘τουρκικός’.
Το Ελληνικό κράτος είναι καθ΄όλα νόμιμο ως προς αυτή την επιλογή καθώς δεν αντιβαίνει τους όρους της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία μιλά για μουσουλμανική μειονότητα βασιζόμενη μόνο στην θρησκευτική ταυτότητα. Οι μουσουλμάνοι της Θράκης έχουν το δικαίωμα του ατομικού αυτοπροσδιορισμού όχι όμως του ομαδικού.
Αξιοσημείωτη η Πολιτική Εκπροσώπηση
Ένα ακόμα σημαντικό πλεονέκτημα που απορρέει από τις δημοκρατικές αρχές του ελληνικού κράτους είναι ότι σε πολιτικό επίπεδο, οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης έχουν το δικαίωμα εκλογής και συμμετοχής τους στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Από το 1927, στην Ελλάδα εκπρόσωποι των μειονοτήτων εκλέγονται βουλευτές. Υπήρξαν 3 εκπρόσωποι της μειονότητας στο κοινοβούλιο, 3 μειονοτικοί δήμαρχοι στην Θράκη και εκατοντάδες κατέχουν αξιώματα σε τοπικά όργανα , όπως επίσης και στον τομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Το ελληνικό εκλογικό σύστημα δίνει το δικαίωμα σε ένα κόμμα να εισέλθει στην Βουλή με το ποσοστό του 3%, γεγονός που δίνει μεγαλύτερη δυνατότητα σε μικρά κόμματα προερχόμενα από την μειονότητα να έχουν πολιτική εκπροσώπηση σε αντίθεση με το 10% που επιβάλλεται να έχει ένα κόμμα στην Τουρκία, απόφαση που αυτομάτως αποκλείει την εκπροσώπηση μικρών δυναμικά πολιτικών κομμάτων.
Συγκεκριμένα, το Κόμμα Ισότητας Ειρήνης και Φιλίας με Πρόεδρο την Τσιγδέμ Ασάφογλου και με ποσοστό 20,04% στην Ξάνθη κατέβηκε ως ανεξάρτητο στις ευρωεκλογές που διενεργήθησαν στις 26 Μαίου 2019.
Παρόλα αυτά λίγο πριν τις εκλογές, η πρόεδρος του εν λόγω κόμματος προέβη σε δηλώσεις αλαζονείας λέγοντας στο τουρκικό πρακτορείο Anadolu ότι κάθε ψήφος που έλαβε αποτέλεσε ένα ηχηρό μήνυμα κατά της πολιτικής της Ελλάδας απέναντι στην ‘τουρκική’ όπως την αποκάλεσε μειονότητα.
Δηλώσεις που καταδεικνύουν πλήρη ασέβεια στις δημοκρατικές αρχές μίας χώρας που της έδωσε το βήμα και το δικαίωμα της πολιτικής της εκπροσώπησης.
Κατάρριψη Τουρκικών Μύθων
Σε ότι αφορά δε το δικαίωμα της ελεύθερης τέλεσης και έκφρασης των θρησκευτικών πεποιθήσεων και πολιτιστικών παραδόσεων των μελών της μειονότητας, το Ελληνικό κράτος παραδίδει μαθήματα πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς.
Σε αντίθεση με την Τουρκία, η Ελλάδα είναι μία δημοκρατική χώρα, οι πολίτες της οποίας μουσουλμάνοι ή χριστιανοί χαίρουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από το πολίτευμά της.
Πού εντοπίζει λοιπόν η Τουρκία καταπάτηση των δικαιωμάτων της μειονότητας, όταν στην περιοχή υπάρχουν περίπου 240 τζαμιά για 100.000 Έλληνες μουσουλμάνους, το μεγαλύτερο ποσοστό τζαμιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ίσως το μεγαλύτερο παγκοσμίως σε μη μουσουλμανικό κράτος. Περίπου 750 ιεροκήρυκες τελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, παραδίδοντας μαθήματα του Κορανίου.
Θα μπορούσε άραγε ο Πρόεδρος Ερντογάν να μας ενημερώσει για το πόσες χριστιανικές εκκλησίες λειτουργούν στην Κωνσταντινούπολη και πόσοι Έλληνες ορθόδοξοι διαμένουν σε αυτή; Οι αριθμοί που έχουν να κάνουν με τον μουσουλμανικό πληθυσμό στην Θράκη είναι περίτρανη απόδειξη της υγιούς διαβίωσης τους σε σύγκριση με αυτούς των Ελλήνων της Πόλης.
Σύμφωνα με την απογραφή του 1928 , οι μουσουλμάνοι στην Ελλάδα ήταν 126.017. Οι 102.621 ζούσαν στην Θράκη και 10.244 ήταν οι Τσάμηδες της Ηπείρου. Μετά την απογραφή του 2011, οι μουσουλμάνοι της Θράκης προσεγγίζουν τις 120.000, δηλαδή έχουμε μία πληθυσμιακή αύξηση της τάξης του 20%.
Αποκαρδιωτικά είναι τα στοιχεία για τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου καθώς σήμερα δεν φαίνεται να ξεπερνούν τις 5000, όταν το 1923 ήταν περισσότεροι από 100.000.
Το τουρκικό κράτος έκανε τα πάντα προκειμένου να τους εξοντώσει με αποκορύφωμα τα τεκταινόμενα του 1955 και τις απελάσεις του 1964.
Τον Σεπτέμβριο του 1955, οπαδοί του Μεντερές προέβησαν σε ακραίες πράξεις καίγοντας πάνω από 3.000 σπίτια και περισσότερα από 4.000 μαγαζιά Ελλήνων της Πόλης. Σε αυτά προστίθενται οι λεηλασίες 82 ορθόδοξων ναών και η βεβήλωση ακόμα και κοιμητηρίων.
Εκείνη την νύχτα σημειώθηκαν 200 βιασμοί και έχασαν την ζωή τους 10 Έλληνες. Ανάλογη ήταν η κατάσταση και το 1964 όπου απελάθησαν 12.000 Έλληνες υπήκοοι της Κωνσταντινούπολης.
Αντί Επιλόγου
Ο Τούρκος Πρόεδρος οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι ζούμε σε ένα κράτος ισονομίας που παρέχει ίσες ευκαιρίες εκπαίδευσης και οικονομικής ευημερίας χωρίς την επιβολή ειδικών φόρων στις μειονότητες, όπως αυτός που επέβαλε το 1942 η Τουρκία με το όνομα Varlik Vergisi για την οικονομική ενίσχυση των ασθενών οικονομικά Τούρκων.
Την περίοδο από το 1942 έως και το 1955, το 15% της κρατικής φορολογίας της Τουρκίας προερχόταν από τους Έλληνες.
Εύκολα μπορεί κάποιος να διακρίνει την διαφορά που υπάρχει σε ότι αφορά την πολιτική συμπεριφορά ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, όπως επίσης και το πόσο απαξιώνει η δεύτερη τους νόμους του Διεθνούς Δικαίου.
Αυτό άλλωστε είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα κρατών που στερούνται δημοκρατικής αντίληψης όπως η Τουρκία. Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν αναλώνεται σε εμπρηστικές δηλώσεις και απειλές σε βάρος της Ελλάδας δυναμιτίζοντας τις διμερείς σχέσεις και δημιουργώντας κλίμα αστάθειας στην περιοχή.
*H Βιβιάνα Τσιούμα είναι διεθνολόγος απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων από το βρετανικό πανεπιστήμιο του Reading. Έχει εργασθεί ως επικεφαλής του τομέα Ισλαμικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και ως σύμβουλος των Υπουργών Άμυνας για θέματα ασφάλειας και ισλαμιστικής τρομοκρατίας.