Μπορεί το χωριό μας να μην κάηκε, τουλάχιστον όχι ακόμα. Αλλά πώς να ζήσεις και να χαρείς το σπίτι σου που σώθηκε, όταν η ζωή γύρω σου έχει καεί;». Η Λιάνα Παπαγιουβάννη γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Δαδιά. Χτισμένο στην πλαγιά του βουνού της Γκίμπρενας, το όνομά του λέγεται πως προήλθε από το δαδί ή αλλιώς το ρετσίνι του πεύκου που στο παρελθόν χρησίμευε ως προσάναμα. Έφυγε στην ηλικία των 18 και πλέον κατοικεί στην Αλεξανδρούπολη. Όπως όμως λέει στην «Κ», είναι τόσο δυνατός ο δεσμός με τις ρίζες της, που επιστρέφει στο χωριό της κάθε Σαββατοκύριακο. Εκεί άλλωστε κατοικούν οι παππούδες της και εκεί απολαμβάνουν να παίζουν τα δικά της παιδιά, τα ίδια ακριβώς παιχνίδια που έπαιζε και η μητέρα τους μέσα στο δάσος. Αυτές τις μέρες δυσκολεύεται να αποδεχθεί το μέγεθος της καταστροφής που έχει συμβεί σε αυτό που αποκαλεί σπίτι της. «Δεν ξέρω αν τα λόγια μου μπορούν να περιγράψουν τη θλίψη που προκαλεί η εικόνα ενός όμορφου χωριού, τοποθετημένου από τη φύση με μαεστρία στη μέση ενός μαγευτικού, καταπράσινου δάσους, σε αντιπαραβολή με αυτό που φαίνεται σήμερα. Ένα απέραντο μαύρο και στη μέση ένα χωριό. Και αυτό ισχύει για όλα τα χωριά που είχαν την τύχη ή την ευλογία να απολαμβάνουν το Δάσος της Δαδιάς».
«Η καταστροφή επηρέασε και θα επηρεάζει την ψυχή μας»
Οι ειδικοί κάνουν λόγο για μια τεράστια οικολογική καταστροφή ενός από τους σημαντικότερους βιοτόπους της Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα εκφράζουν τον φόβο πως το δάσος δεν θα επανέλθει ποτέ στην εικόνα που γνώριζαν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της περιοχής. Για την Λιάνα η καταστροφή δεν αποτυπώνεται μόνο με εικόνες, με μεγέθη εκτάσεων και με αριθμούς. «Η καταστροφή επηρέασε και θα επηρεάζει την ψυχή μας. Δεν περιορίζομαι στον όρο, «οικολογική καταστροφή», γιατί απλά αυτό που βιώνουμε, ειδικά στον Έβρο, είναι μια ολική καταστροφή. Από τα σπάνια είδη άγριας πανίδας όπως οι αγριόχοιροι, τα ζαρκάδια, οι αετοί και οι επιβλητικοί και σπάνιοι μαυρόγυπες, τους οποίους παρατηρούσαμε από όταν ήμασταν μικροί μέσα από τα ειδικά διαμορφωμένα παρατηρητήρια πουλιών, μέχρι τα μελίσσια και τις στάνες των συγχωριανών μας. Από τα καταφύγια που ανεβαίναμε από παιδιά για να απολαύσουμε την απέραντη άγρια ομορφιά, μέχρι τα αμέτρητα μονοπάτια που δε χορταίναμε να διαβαίνουμε ξανά και ξανά. Πέρα όμως από τις παιδικές αναμνήσεις, το δάσος μας είναι απίστευτα σημαντικό και για τους μεγάλους, τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Δεν ήταν λίγες οι φορές που το θεραπευτικό κλίμα της Δαδιάς αποτελούσε την ασφαλή επιλογή για ηλικιωμένους ή όσους είχαν ένα πρόβλημα υγείας και τους είχαν συστήσει να παραμείνουν κάπου στην εξοχή. Το Δάσος μας, αυτό το Δάσος που φρόντιζε να είμαστε όλοι υγιείς και δυνατοί, χάθηκε…Τώρα ποιος θα μας φροντίζει;».
6.000 «Θρακιώτισσες» συσπειρώθηκαν με «έδρα» τη Δαδιά
Η αγάπη της Λιάνας για την παράδοση και τον τόπο της είναι πολύ βαθιά. Είναι η ίδια αγάπη που την οδήγησε να δημιουργήσει μια διαδικτυακή κοινότητα με την ονομασία «Θρακιώτισσες», προκειμένου να φέρει σε επαφή τις γυναίκες που μοιράζονται τα ίδια αισθήματα, τις ίδιες ανησυχίες και τα ίδια όνειρα για τη Θράκη. «Οι “Θρακιώτισσες” δημιουργήθηκαν την περίοδο της καραντίνας. Προτεραιότητά μας ήταν να μοιραστούμε εμπειρίες και όνειρα, να αλληλοϋποστηριχθούμε και να ανταλλάξουμε πληροφορίες και περιεχόμενο για θέματα που αφορούσαν την παράδοση, τον πολιτισμό, την καθημερινότητα, αλλά και οτιδήποτε θα μπορούσε να φέρει ενδιαφέρον, ελπίδα, ευχαρίστηση και -στην τελική ανάλυση- αξία στις ζωές μας. Η ομάδα μας έχει σήμερα περίπου 6.000 μέλη, με γυναίκες από όλο τον κόσμο που κατάγονται ή κατοικούν στη Θράκη. Είμαστε όλες φίλες ακόμα και αν δεν έχουμε καταφέρει να βρεθούμε ποτέ όλες μαζί. Δεν πρόκειται για μια τοπικιστική κοινότητα, αλλά μια κοινότητα που βασίζεται στην κοινή ανάγκη για στήριξη του τόπου μας. Έχουμε φίλες που κατοικούν στη Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ, την Ισλανδία, την Αυστραλία και πολλές άλλες χώρες».
Η κοινότητα βασίζεται στην κοινή ανάγκη για στήριξη του τόπου μας.
Πλέον οι Θρακιώτισσες έχουν αποκτήσει νομική υπόσταση ως «Ινστιτούτο Πολιτισμού, Παράδοσης και Περιφερειακής Ανάπτυξης» με Μη Κερδοσκοπικό χαρακτήρα, και ως έδρα τους έχουν το χωριό της Δαδιάς. Για την Λιάνα ήταν μια αυτονόητη απόφαση, καθώς όπως λέει δεν πέρασε ούτε στιγμή από το μυαλό της η σκέψη του να μην συνδέσει την ομάδα της με το χωριό που μεγάλωσε. «Λατρεύω τη Δαδιά, τόσο που μερικές φορές πιστεύω πως έζησα τα πάντα εκεί. Οι δράσεις μας βέβαια, όποτε υπάρχει η δυνατότητα, λαμβάνουν χώρα και σε άλλα ακριτικά χωριά της Θράκης, όπως το Σπήλαιο του Τριγώνου νομού Έβρου ή το Ορμένιο».
Μια από τις πιο γνωστές δράσεις της ομάδας είναι τα «Παιχνιδογκζανέματα», η αναβίωση δηλαδή παλιών παραδοσιακών παιχνιδιών. Η Λιάνα επισημαίνει πως «φροντίζουμε να γίνεται και διαδικτυακή προβολή (streaming) ώστε να μπορούν να συμμετέχουν ομάδες από Έλληνες Θρακιώτες από όλο τον κόσμο». Η δραστήρια κοινότητα μεταξύ άλλων δημιουργεί podcast και ενημερωτικά video, ενώ προχωράει και σε καταγραφή στοιχείων που αφορούν την άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Αυτές τις μέρες όμως, το πρόγραμμα των δράσεών τους έχει αλλάξει, καθώς οι προτεραιότητες είναι διαφορετικές.
Μετά το ξέσπασμα της φωτιάς, οι κάτοικοι του Έβρου ένωσαν τις δυνάμεις τους προκειμένου να βοηθήσουν όσους το έχουν ανάγκη, καθώς και τους εθελοντές και τους πυροσβέστες που επιχειρούν στα πύρινα μέτωπα.
Η Λιάνα κάνει λόγο για συσπείρωση των κατοίκων γύρω από την καταστροφή του Έβρου, καθώς όπως λέει ο κόσμος έχει ενώσει τις δυνάμεις του προκειμένου να βοηθήσει όσους το έχουν ανάγκη, καθώς και τους εθελοντές και τους πυροσβέστες: «Όλοι μαζί, έχουμε γίνει “ένα”. Όταν υπήρξε κάλεσμα από το συντονιστικό κέντρο της Δαδιάς να συγκεντρώσουμε τρόφιμα και αναψυκτικά για όσους επιχειρούν στην πυρόσβεση καταφέραμε να γεμίσουμε ένα βανάκι μέσα σε μια ώρα. Από την τοπική αλυσίδα μίνι μάρκετ, μέχρι το όχημα που μας παραχωρήθηκε από μια εταιρεία μίσθωσης αυτοκινήτων, η αλληλοβοήθεια που βιώσαμε και βιώνουμε είναι συγκινητική. Και ακόμα πιο συγκινητική για μένα είναι η βοήθεια προς τη Δαδιά, από ανθρώπους και επιχειρήσεις της Αλεξανδρούπολης, παρά το ότι και εκεί δίνουν την ίδια μάχη».
Η επόμενη μέρα για τους κατοίκους
Έχουμε υποχρέωση απέναντι στους εαυτούς μας και απέναντι στις επόμενες γενιές να φανούμε δυνατές και να ξαναφτιάξουμε όσα περισσότερα μπορούμε. Για εμάς και τα παιδιά μας.
Το κυρίαρχο αίσθημα που προκαλεί η φωτιά σε όσους την παρακολουθούν είναι αυτό της ανημποριάς, καθώς αισθάνεσαι πως δεν μπορείς να κάνεις σχεδόν τίποτα. Η Λιάνα κάνει λόγο για φλόγες που ξεπηδούν από πολλά μέτωπα, αλλά και για τη θλίψη και τον θύμο που νιώθουν οι κάτοικοι, βλέποντας πως ακόμη και σήμερα υπάρχουν ενεργά μέτωπα. «Αποφεύγω την αναφορά σε αιτίες ή στο τι θα μπορούσε να είχε γίνει καλύτερα. Αυτό που έχει σημασία είναι πως δεν έχει μείνει σχεδόν τίποτα ζωντανό. Κάθε στοιχείο της άγριας πανίδας που δεν πρόλαβε να απομακρυνθεί, το καταβρόχθισε το πύρινο θεριό. Γλίτωσαν ορισμένα φοβισμένα ζαρκάδια, λαγοί και αγριόχοιροι, που θα είναι τυχερά αν επιβιώσουν. Το πανέμορφο χωριό μας σε έναν μαύρο καμβά και μια διαρκής μυρωδιά καμένου ξύλου να επικρατεί στην ατμόσφαιρα. Έχουμε ανάγκη τη φύση. Είμαστε η φύση. Δεν ξεπερνιέται μια τέτοια καταστροφή αλλά δεν βλέπω να έχουμε επιλογές. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στους εαυτούς μας και απέναντι στις επόμενες γενιές να φανούμε δυνατές και να ξαναφτιάξουμε όσα περισσότερα μπορούμε. Για εμάς και τα παιδιά μας».
Πηγή: kathimerini.gr