Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου αποτελεί προορισμό για τους λάτρεις της φύσης, για εκείνους που αγαπούν την παρατήρηση πουλιών, και δη άγριων πουλιών, αποτελεί δε από τα λίγα καταφύγια αρπακτικών πουλιών στην Ευρώπη, καθώς εκεί αναπαράγεται ο μοναδικός πληθυσμός μαυρόγυπα στα Βαλκάνια.
Το δάσος της Δαδιάς άντεξε από την πύρινη λαίλαπα που έκαιγε τον Έβρο για δεύτερη συνεχή χρονιά (σ.σ. πυρκαγιές είχαν προκληθεί και τον Ιούλιο του 2022), ωστόσο θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να μεγαλώσει η μαύρη πεύκη στην οποία βρίσκει καταφύγιο ο μαυρόγυπας.
«Η φύση θέλει τον χρόνο της, να ηρεμήσει και να αναγεννηθεί» δηλώνει η Δήμητρα Γεωργίτση ιδιοκτήτρια του οικοτουριστικού ξενοδοχείου που βρίσκεται μέσα στο Εθνικό Πάρκο. Όπως η ίδια λέει, θα χρειαστούν τουλάχιστον 30 – 50 χρόνια για να μεγαλώσει η μαύρη πεύκη και βεβαίως θα χρειαστεί χρόνος και για τα πουλιά, τα θηλαστικά, τα ερπετά που είτε κάνουν τις φωλιές τους στα βράχια όπως τα όρνια και οι ασπροπάρηδες είτε στο έδαφος όπως τα κουνέλια, οι χελώνες κλπ.
Το ξενοδοχείο χάνει την υψηλή του σεζόν
Εδώ και μια δεκαετία, από το 2013, η Δήμητρα Γεωργίτση είναι εκείνη που διαχειρίζεται το οικοτουριστικό ξενοδοχείου και είναι η ιδιοκτήτρια κατόπιν δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού από τον τότε Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς, νυν Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ).
«Η υψηλή τουριστική σεζόν σε εμάς είναι το φθινόπωρο και την άνοιξη» αναφέρει η κα. Γεωργίτση εξηγώντας πως για δεύτερη συνεχή χρονιά χάνεται η φθινοπωρινή περίοδος η οποία ξεκινάει από τα τέλη Αυγούστου έως τα τέλη Οκτωβρίου. Επίσης, ακυρώσεις δέχεται και για την ανοιξιάτικη περίοδο, η οποία αντιστοιχεί στην περίοδο από τον Απρίλιο έως τις αρχές Ιουνίου.
«Οι ακυρώσεις για το φθινόπωρο είναι στο 100%, για τη δε άνοιξη είναι στο 45%» δηλώνει στο GRTimes.gr η κα. Γεωργίτση προσθέτοντας ότι η ζημία για την επιχείρησή της είναι σχεδόν ολοκληρωτική. «Απομένει να δούμε πώς θα ανταποκριθούν οι ξένοι –Ευρωπαίοι, Καναδοί, Αμερικάνοι- για την άνοιξη του 2024» υπογραμμίζει η ίδια.
Τους καλοκαιρινούς μήνες, η κίνηση είναι αρκετά περιορισμένη στο οικοτουριστικό ξενοδοχείο. Η περίοδος είναι αντιπυρική, ο βαθμός πυροπροστασίας είναι στο 3 και 4, και οι δραστηριότητες είναι πολύ περιορισμένες καθώς η επιχείρηση βρίσκεται εντός του Εθνικού Πάρκου.
13 μήνες μετά…
Η φωτιά πέρυσι είχε ξεσπάσει στο Δάσος της Δαδιάς στις 21 Ιουλίου, και μεταξύ των καταστροφών, είχε καεί και το παρατηρητήριο αρπακτικών πουλιών. «Δέκα τρεις μήνες μετά και δεν υπάρχει ενημέρωση, πότε θα ξανατοποθετηθεί το παρατηρητήριο» λέει η κα. Γεωργίτση προσθέτοντας ότι γενικότερα δεν λειτουργούσαν όλες οι υπηρεσίες και δραστηριότητες στο Εθνικό Πάρκο όπως για παράδειγμα οι οργανωμένες ξεναγήσεις στο παρατηρητήριο των αρπακτικών πουλιών – δεδομένου ότι δεν υπάρχει καν-, οι μετακινήσεις με το λεωφορειάκι, οι ενοικιάσεις ποδηλάτων και κιαλιών.
«Εάν δεν δημιουργηθούν κάποιες δραστηριότητες, πώς θα προσελκύσουμε κόσμο;» αναρωτιέται η ίδια μεταφέροντας παράλληλα την ανησυχία της αφενός για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης αφετέρου για την επιστροφή της φύσης στην κανονικότητά της.
Για καλή της τύχη, το ξενοδοχείο δεν απειλήθηκε ούτε από τις φετινές πυρκαγιές, διότι οι άνεμοι που φυσούσαν ήταν ευνοϊκοί για αυτό. Το πύρινο μέτωπο ερχόταν από πιο βόρεια, από την Κοτρωνιά. Τέλος, η ιδιοκτήτρια του οικοτουριστικού ξενοδοχείου -όπως αναφέρει- διέθεσε σε εθελοντές δωμάτια με μπάνιο και ζεστό νερό και όπως χαρακτηριστικά προσθέτει «το έκανα, γιατί το λέει η καρδιά μου».
Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου
Βρίσκεται στο μέσο του νομού Έβρου σε έκταση 428.000 στρ, από τα οποία τα 72.900 στρ. είναι αυστηρά προστατευόμενη ζώνη. Κατέχει ξεχωριστή γεωγραφική θέση σε διεθνές επίπεδο, καθώς βρίσκεται στο σταυροδρόμι μεταξύ Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής και κοντά στον ανατολικότερο μεταναστευτικό διάδρομο πολλών ειδών πουλιών.
Στην περιοχή έχουν καταγραφεί συνολικά 360-400 είδη φυτών, από τα οποία 25 είδη είναι ορχιδέες, 104 είδη πεταλούδων, 13 είδη αμφιβίων, 29 είδη ερπετών, 283 είδη ασπόνδυλων και 60-65 είδη μικρών και μεγάλων θηλαστικών, εκ των οποίων 24 είναι νυχτερίδες.
Και βεβαίως, έχουν καταγραφεί και περισσότερα από 200 είδη αρπακτικών, όπου τρία από τα τέσσερα είδη γύπα της Ευρώπης απαντώνται και αναπαράγονται στην περιοχή. Πρόκειται για τον μαυρόγυπα, τον όρνιο και τον ασπροπάρη.
Πηγή: grtimes.gr