Εγκαταλελειμμένα σπίτια, άγρια βλάστηση, ερείπια, χαλάσματα και νεκρική σιγή. Χωριά-φαντάσματα με ερειπωμένα χτίσματα συνθέτουν ένα απόκοσμο τοπίο. Ο Έβρος κρατά καλά κρυμμένα τα μυστικά του. Ίσως επειδή θυμίζει τις φωνές των μικρών παιδιών που γέμιζαν όλο το χωριό, και πλέον δεν έχει απομείνει ούτε καν αυτό. Τα περισσότερα χωριά, αφέθηκαν στην παρακμή και ερήμωσαν όταν έφυγαν οι κάτοικοί τους. Εκεί, ο χρόνος σταμάτησε για πάντα.
Τα ερειπωμένα σπίτια, τα σχολεία και οι εκκλησίες με ορθάνοιχτα παράθυρα και πόρτες, μαρτυρούν πως κάποτε τα μέρη αυτά έσφυζαν από ζωή. Κάτοικοι που έκαναν βόλτες στα δρομάκια των χωριών, γεμάτα καφενεία, παιδιά και νέοι να γελούν και να τρέχουν ανέμελοι στις πλατείες. Σήμερα, οι κουβέντες έχουν παγώσει και ο μόνος κάτοικός τους, είναι ο χρόνος που πέρασε και πήρε μαζί του κάθε σημάδι ζωής, αφού όσοι είχαν απομείνει, έφυγαν για ένα καλύτερο αύριο στις μεγαλουπόλεις.
Το Ρήγιο είναι χωριό στο ανατολικό τμήμα του δήμου Διδυμοτείχου. Βρίσκεται 13 χλμ ανατολικά του κέντρου του Διδυμοτείχου, στη δεξιά όχθη του ποταμού Έβρου, όπου σχηματίζει τα σύνορα με την Τουρκία. Συγκεκριμένα, ανήκει στην κοινότητα Πυθίου. Τα πλησιέστερα χωριά είναι το Πύθιο στα νότια, το Ασημένιο στα δυτικά και το Σοφικό στα βορειοδυτικά, όπου σήμερα και τα 4 χωριά, παρουσιάζουν την ίδια εγκατάλειψη.
Χωριά με ιδιαίτερη και μοναδική ιστορία, ανάμεσα σε ένα πολύ όμορφο τοπίο με πυκνή βλάστηση, σήμερα δεν αναφέρονται καν ακόμη και στις συζητήσεις των κατοίκων που πέρασαν εδώ τα παιδικά και εφηβικά τους χρόνια. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού, το Ρήγιο πριν από 10 χρόνια, είχε 100 μόνιμους κατοίκους, όπου με το πέρασμα των χρόνων, ακόμη και κοντινοί συγγενείς τους, σταμάτησαν να τους επισκέπτονται. Από τα λίγα χτίσματα που έχουν μείνει όρθια και δεν είναι παντελώς γκρεμισμένα, είναι ένα από τα τρία καφενεία που είχε το χωριό και το σχολείο, όπου χρησιμοποιούνταν έξι τάξεις.
«Το χωριό μας δημιουργήθηκε κυρίως με πρόσφυγες που έφυγαν από την Ανδριανούπολη, και ήρθαν να ζήσουν εδώ. Τα καλύτερά του χρόνια ήταν το 1960-70, όπου κάθε ημέρα ήταν ηλιόλουστη ακόμη και με τον χειρότερο καιρό, αφού στην κεντρική πλατεία γίνονταν χοροί και πανηγύρια σε κάθε γιορτή, ενώ τις ημέρες των Χριστουγέννων, δεκάδες παιδιά περνούσαν να μας πουν τα κάλαντα. Προσωπικά, δεν έχω ακούσει κάλαντα στο χωριό μας την τελευταία δεκαετία» αναφέρει στο ThessToday.gr, η κα. Ζήνα, μία από τους 15 κατοίκους που διαμένουν σήμερα εκεί. Στην εκκλησία του Ρηγίου, των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης βρίσκεται η εικόνα που είχαν φέρει οι πρόσφυγες κατά τον ξεριζωμό, ενώ έξω από το χωριό, 100 μέτρα περίπου από τα σπίτια, βόρεια του δρόμου που συνδέει το Ασημένιο με το Ρήγιο υπάρχει μία παραδοσιακή βρύση με τρεχούμενο νερό, η οποία δείχνει πως ακόμη υπάρχει κάτι ζωντανό.
Λίγο πριν φτάσει κανείς, στο κοντινότερο χωριό που είναι το Πύθιο, η πρώτη εικόνα που αντικρίζει σε κτίρια, είναι ένα κατεστραμμένο παλιό γραφείο, όπου η όψη του και μόνο, μαρτυρά πως κάποτε μέσα κάποιοι εργάζονταν, και όταν το εγκατέλειψαν, δεν σκέφτηκαν καν να μαζέψουν τα έπιπλα, τους φακέλους και τα προσωπικά τους αντικείμενα, αφήνοντας πίσω, μία ιστορία που ίσως δεν θα ανακαλύψει ποτέ κανείς. Πλέον, το συγκεκριμένο κτίριο, όπως αναφέρουν οι κάτοικοι, χρησιμοποιείται για τους μετανάστες που καταφέρνουν να περάσουν τα σύνορα, οπότε αποτελεί ένα πρόχειρο κατάλυμα για αυτούς.
Φτάνοντας στο Πύθιο, επικρατεί απόλυτη ησυχία. Τριγύρω επικρατεί μία «βαριά» ατμόσφαιρα, και δεν φαίνεται κανένα άλλο χρώμα πέρα από το ξεβαμμένο άσπρο των κτιρίων. Τα περισσότερα χτίσματα στην πρόσοψή τους έχουν γραμμένο «ΠΩΛΕΙΤΑΙ», αλλά δεν βρέθηκαν ποτέ αγοραστές, με τα συγκεκριμένα να «θάβονται» στην -σχεδόν άβολη- σιωπή όλων.
Οι αυλές των σπιτιών που έχουν καταφέρει να μείνουν «όρθια», είναι γεμάτες με πεσμένα κλαδιά και ξεραμένα φύλλα, ενώ το σχολείο, πλέον δεν φιλοξενεί καμία παιδική ψυχή. Τα σημάδια των ανθρώπων που έζησαν εδώ είναι πολλά, όμως η απουσία τους φώναζε από μακριά. Δημιουργείται το ερώτημα, πώς θα ήταν εδώ πέρα αν δεν ήταν μια ηλιόλουστη μέρα, αλλά ένα παγερό βράδυ.
Το Πύθιο το 1981 αριθμούσε 1.186 κατοίκους, ενώ σύμφωνα με την τελευταία απογραφή το 2011, υπήρχαν 429 μόνιμοι κάτοικοι, εκ των οποίων πλέον έχουν μείνει περίπου 100-150. «Δυστυχώς πλέον το χωριό μας μοιάζει σαν την βομβαρδισμένη γέφυρα του ποταμού Έβρου, που βρισκόταν κοντά στο Πύθιο το 1916. Δεν υπάρχει ζωή, δεν υπάρχει τίποτα. Κάθε φορά που πηγαίνουμε στο καφενείο, μετράμε ο ένας τον άλλον, και συνειδητοποιούμε πως πάντα κάποιος λείπει» αναφέρει κάτοικος της περιοχής.
Παρόλα αυτά, οι κάτοικοι του Πυθίου συνεχίζουν να είναι ιδιαίτερα φιλόξενοι και να ενθουσιάζονται κάθε φορά που κάποιος περνάει και ρωτάει για την κατάληξη του χωριού και την ιστορία του. Στη σκιά του περίφημου Βυζαντινού Κάστρου οι ντόπιοι αφηγήθηκαν την μυθιστορηματική ιστορία του Σιδηροδρομικού Σταθμού, τότε που εδώ έκανε στάση το περίφημο Όριεντ Εξπρές. Συνεχίζουν να χορεύουν και να τραγουδούν θρακιώτικα, και οι αναμνήσεις επιστρέφουν με πολλή συγκίνηση. Η απάντηση που έδωσαν στο ThessToday.gr, σχετικά με την ερήμωση του χωριού, είναι πως «όσο τα χωριά μικραίνουν, μικραίνει κι η φωνή τους».
Πηγή: thesstoday.gr