Η σχολή νοσηλευτικής αποφασίστηκε να μεταφερθεί στην Αλεξανδρούπολη και να υπαχθεί στο ΔΠΘ και η σχολή ψυχολογίας να πάρει την θέση της στο Διδυμότειχο σε μία προσπάθεια να καταστεί η 5η έδρα και να ενισχυθεί το εγχείρημα του Δημοκριτείου να γίνει το 3ο πανεπιστήμιο της χώρας. Στόχος, είναι σύμφωνα με τον αρχικό προγραμματισμό να μπει στο φετινό μηχανογραφικό και να αποτελέσει επιλογή των φοιτητών. Αυτό όμως για να συμβεί θα πρέπει να έχουν όλα προετοιμαστεί κατάλληλα και κυρίως στην ώρα τους, ώστε η υποδοχή των παιδιών να γίνει όπως πρέπει.
Οι διαδικασίες παρά τα όσα μεσολάβησαν τους προηγούμενους μήνες, έμειναν σε εκείνο το στάδιο, που την δεδομένη στιγμή δεν δίνουν το εχέγγυο της ομαλής και έγκαιρης λειτουργίας της. Σε αυτήν την προσπάθεια συμβάλλουν τρία μέρη, το ΔΠΘ, ο δήμος και το υπουργείο Παιδείας, μέρη που πρέπει να έχουν τον ίδιο σκοπό, την ίδια ευελιξία και την ίδια θέληση. Αν κάτι από αυτά λείπει και δεν υπάρχει κοινός βηματισμός τότε το εγχείρημα δεν θα προχωρήσει με τον σωστό τρόπο και πολύ σύντομα θα μιλάμε για μια επανάληψη του ίδιου παθήματος με την νοσηλευτική και ότι φυσικά την ακολούθησε.
Και αφού λοιπόν πάρθηκε η απόφαση και ανακοινώθηκε στο πρόσφατο υπουργικό συμβούλιο η λειτουργία της σχολής ψυχολογίας από το ακαδημαϊκό έτος 2024 και τα τρία μέρη πρέπει να τρέξουν με την ίδια ταχύτητα. Η τελευταία όμως, απάντηση που έδωσε ο πρύτανης του ΔΠΘ για το κατά πόσο θα είναι όλα έτοιμα, ώστε να ανοίξει η σχολή, αν μη τι άλλο προκαλούν προβληματισμό και ανησυχία. Η φράση ότι «έχουμε καθυστερήσει» δείχνει πως κάτι δεν γίνεται σωστά. Και αυτό ο κύριος Μάρης θα πρέπει να το πει στην κοινωνία του Διδυμοτείχου για να ξέρει τι συμβαίνει και αν φταίει κάποιος για τις όποιες καθυστερήσεις, επίσης να το πει. Το «κρυφτούλι» και η μετάθεση ευθυνών δεν βοηθούν κανέναν.
Βέβαια, να σημειώνουμε πως επισπεύδουσα αρχή του έργου είναι το ίδιο το ΔΠΘ συνεπώς η κυρίαρχη ευθύνη ανήκει στο ίδιο, για το κατά πόσο δηλαδή, η όχι θα προχωρήσει γρήγορα η υπόθεση αυτή. Ο δήμος συμφώνησε να παραχωρήσει το δημαρχείο για την προσωρινή στέγαση της σχολής, το υπουργείο δέχτηκε όλα όσα του έθεσε το πανεπιστήμιο και το Δημοκρίτειο πρέπει να υλοποιήσει το σχεδιασμό του.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ανέκαθεν υπήρχε μία «υποβόσκουσα» ατμόσφαιρα άρνησης στο οτιδήποτε προτείνονταν από τον οποιονδήποτε προς το ΔΠΘ και αυτή η συνθήκη που είναι γνωστή κάνει τους περισσότερους να έχουν και δεύτερες σκέψεις για τις προθέσεις του.
Και τώρα ας αναρωτηθούμε κάτι πολύ βασικό και σε αυτό να σταθούμε…με ποια άραγε ψυχολογία θα θελήσουν να επιλέξουν την σχολή ψυχολογίας στο Διδυμότειχο οι φοιτητές, που έτσι και αλλιώς δύσκολα θα ήταν στις πρώτες προτιμήσεις τους ως πόλη και με τι ψυχολογία οι γονείς θα παροτρύνουν τα παιδιά τους να πάνε στο Διδυμότειχο για να σπουδάσουν, αφού το κλίμα που ήδη έχει διαμορφωθεί δεν το λες και το πιο αισιόδοξο. Οι φοιτητές για να αποφασίσουν θα πρέπει πρώτα να πειστούν ότι κάνουν μια επιλογή με προοπτική και σιγουριά, όχι μία επιλογή με παλινωδίες και πισωγυρίσματα, γιατί ανάλογες παλινωδίες σε συνδυασμό και με άλλα γεγονότα για μην ξεχνιόμαστε, οδήγησαν και τους φοιτητές της νοσηλευτικής στην απαξίωση της.