Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

Μεγάλη ζήτηση για το ελληνικό ελαιόλαδο

Σημαντική αύξηση καταγράφουν οι εξαγωγές επώνυμου τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου την τελευταία 20ετία, ωστόσο μεγάλο ποσοστό του ελληνικού ελαιολάδου συνεχίζει να εξάγεται χύμα χωρίς επωνυμία

Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε ο ΣΕΒΙΤΕΛ (σύνδεσμος τυποποιητών ελαιολάδου), οι εξαγωγές επώνυμου τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου, τόσο προς τις αγορές της Ε.Ε. όσο και προς τρίτες, εκτός Ε.Ε. χώρες, παρουσίασαν αύξηση που αγγίζει το 255% κατά την περίοδο των ετών 2002-2020, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου (DG TRADE) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι συνολικές εξαγωγές ελαιολάδου, υπερτριπλασιάστηκαν μέσα στην ίδια 20ετία, από τους 14.851 τόνους το 2002 στους 52.735 τόνους την περσινή χρονιά, ωστόσο μεγάλο μέρος αυτών των ποσοτήτων –πάνω από 22.000 τόνοι– φεύγουν από την Ελλάδα ανώνυμα και χωρίς τυποποίηση.

Την πρώτη θέση στις εξαγωγές τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. κατέχει η Γερμανία με 14.907 τόνους (από 10.760 τόνους το προηγούμενο έτος) και ακολουθούν με διαφορά η Μεγάλη Βρετανία (2.698 τόν.), η Αυστρία (2.578 τόν.), η Γαλλία (2.032 τόν.), το Βέλγιο (1.463 τόν.),  η Σουηδία (1.385 τόν.) και η Κύπρος (1.209 τόν.). Στις εκτός Ε.Ε. αγορές, την πρώτη θέση κατέχουν οι ΗΠΑ με 9.143 τόνους και ακολουθούν ο Καναδάς με 1.851, η Αυστραλία με 1.773, η Ρωσία με 1.218 και η Σουηδία με 1.196 τόνους.

Ο γενικός διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ Γιώργος Οικονόμου τονίζει ότι παρά την πανδημία, το ελληνικό ελαιόλαδο κατάφερε να αυξήσει την παρουσία του σε πολλές χώρες, με αποτέλεσμα να εξάγεται πλέον σε συνολικά 53 χώρες. «Τα ελληνικά επώνυμα και με ταυτότητα προέλευσης ελαιόλαδα αξίζουν μια καλύτερη θέση στην παγκόσμια αγορά και χρόνο με τον χρόνο την κερδίζουν. 

Με την παράλληλη στήριξη της πολιτείας, ενταγμένα μέσα σε μία εθνική στρατηγική στήριξης και προβολής, με συνέπεια και συνέχεια, το ελαιόλαδο και όλα τα αγροδιατροφικά προϊόντα της χώρας μας έχουν τη δυνατότητα να επιτύχουν ακόμα καλύτερα αποτελέσματα» τονίζει. 

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, νέες χώρες μπαίνουν στην παραγωγή ελαιολάδου διαρκώς και μάλιστα προκαλώντας αυξανόμενο ανταγωνισμό τόσο στις ποσότητες όσο και κυρίως στις τιμές.

Πηγή: kathimerini.gr

Facebook
Twitter
WhatsApp
Email

◉ Διαβάστε ακόμη