Στο εμπορικό σταυροδρόμι των αρχών του 20ου αιώνα, στο Σουφλί, ο εκτελωνισμός και οι διακρατικοί δασμοί διενεργούντο στο παλαιό γυμνάσιο της πόλεως έως ότου κρίθηκε ότι ένας νέος χώρος χρειαζόταν για να φιλοξενεί αυτές τις δραστηριότητες.
Έτσι το 1908 ξεκίνησε η κατασκευή του εμβληματικού κτηρίου του τελωνείου.
Μια σημαντική πτυχή της ιστορίας που αφηγείται ο Θανάσης Γουρίδης, πολιτικός μηχανικός και αρχαιολόγος διδάκτορας του ΑΠΘ, διευθυντής στον δήμο Σουφλίου.
«Το τελωνείο αντανακλά όλη την ιστορία του Σουφλίου, όταν ήταν το κέντρο καπνού, μεταξιού και κρασιού. Η πόλη ως διαμετακομιστικό κέντρο συνέδεε το Αιγαίο με την Αδριανούπολη και το εσωτερικό της Ευρώπης. Επίσης φιλοξενούσε και τα γραφεία της εταιρείας των γαλλικών σιδηροδρόμων», αναφέρει.
Πρώτα ξεκίνησε η κατασκευή του τελωνείου στο Σουφλί, ενδεχομένως γιατί εξυπηρετούσε και την οθωμανική πολιτική μεταφοράς άνθρακα, που είχε κορυφωθεί μεταξύ 1820- 1911, καθώς τα κοιτάσματα από τα ορυχεία της Ηράκλειας, δεν κάλυπταν τις ανάγκες της αυτοκρατορίας και έκανε εισαγωγές.
«Η οθωμανική αυτοκρατορία ανέθεσε στον Γάλλο Φρανσουά Εμπενί, έναν αυτοδίδακτο μηχανικό, να σχεδιάσει το κτήριο και είναι το παλαιότερο στα Βαλκάνια που χρησιμοποιήθηκε το σκυρόδεμα». Σύμφωνα με τον κ. Γουρίδη, η ομάδα των Γάλλων ανέλαβε να κατασκευάσει όλα τα τελωνεία της οθωμανικής αυτοκρατορίας, μεταξύ των άλλων της Κωνσταντινουπόλεως, της Σμύρνης και της Θεσσαλονίκης.
Το κτήριο παρέμεινε σε σχετικά καλή κατάσταση επί έναν αιώνα, οι φθορές ήταν περιορισμένες, αφού προσέχθηκε από τον Δήμο, διότι στεγάζει το Δημοτικό Πνευματικό Κέντρο και την Βιβλιοθήκη. Τώρα συντηρείται, επιδιορθώνονται τα επιχρίσματα του και αναβαθμίζεται ενεργειακά.
Χαρακτηριστικό κτήριο της εποχής του εκλεκτισμού, η κατασκευή του οποίου απαιτούσε υλικά, όπως το σκυρόδεμα, που έφτανε από το Παρίσι με το θρυλικό Orient Express. Όπως λέει ο κ. Γουρίδης «Είναι η έκφραση της ακμής του Σουφλίου με τα τέσσερα εργοστάσια μεταξιού».
Σημειώνεται ότι με διαφορετική σύνθεση, αλλά με εφάμιλλες και ανώτερες ιδιότητες από το σημερινό σκυρόδεμα, το τσιμέντο χρησιμοποιείτο από τον 9ο και 8ο π.Χ. αιώνα στην Ελλάδα. Αργότερα, το κονίαμα υιοθετήθηκε από τους ρωμαίους σε όλα τα μεγάλα έργα, υδραγωγεία, γέφυρες, αλλά και στην βυζαντινή Αγία Σοφία. Όποιος έχει επισκεφτεί τους αρχαιολογικούς χώρους της Καμίρου στην Ρόδο ή τα Μινωικά ανάκτορα στην Κρήτη μαθαίνει πως το σκυρόδεμα, ήταν σύνηθες υλικό στις κατασκευές. Οι ξεναγοί αναφέρουν ότι εξεταζόμενο με σύγχρονα μέσα διαπιστώνεται ότι είναι αδιαπέραστο από την ραδιενέργεια. Οι Γάλλοι το επανεφηύραν τον 19ο αι., με την βοήθεια χημικών όπως ο Marcelin Berthelot.. Όποιος ενδιαφέρεται να βυθιστεί στο παρελθόν και να ανακαλύψει την ιστορία στον ακριτικό Έβρο, μπορεί να ξεφυλλίσει το βιβλίο του κ. Γουρίδη, Το ιστορικό Διδυμότειχο.
ΠΗΓΗ: ΕΡΤ ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ