Οι τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο, άλλοτε σοβαρότερες και άλλοτε ήσσονος σημασίας, είναι συνεχείς και δεν αποτελούν τωρινό φαινόμενο. Ένα από τα σημαντικότερα, σχετικά πρόσφατα συμβάντα, ήταν η «επακούμβηση» της φρεγάτας «Λήμνος» στην τουρκική «Kemal Reis» τον Αύγουστο του 2020 που προκάλεσε πολύ μεγάλη ζημιά στο τουρκικό πλοίο. Τα τελευταία χρόνια με το διαδίκτυο και τις άλλες πηγές ενημέρωσης μαθαίνουμε σχεδόν τα πάντα.
Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο και πριν σαράντα χρόνια, το 1984, όταν τουρκικά πολεμικά πλοία που συμμετείχαν σε άσκηση στο ΒΑ Αιγαίο έριξαν βλήματα, πολύ κοντά στο Αντιτορπιλικό «Πάνθηρ» που επιτηρούσε την περιοχή γύρω από τη Σαμοθράκη και τη νησίδα Ζουράφα, στη σημασία της οποίας αναφερθήκαμε σε άρθρο μας τις 25/09/2016. Ακολούθησαν και άλλοι που ασχολήθηκαν με τη Ζουράφα, με αποτέλεσμα, θετικό φυσικά, να υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον γι’ αυτή τη νησίδα και από την Πολιτεία. Οι Τούρκοι προσπαθούν με διάφορες δόλιες ενέργειες και χρησιμοποιώντας ψευδή επιχειρήματα, να οικειοποιηθούν τη Ζουράφα, χωρίς αποτέλεσμα.
Επανερχόμαστε στο θέμα του σημερινού μας άρθρου. Με μεγάλη έκπληξη δεν βρήκαμε στο διαδίκτυο για το «επεισόδιο της Σαμοθράκης», παρά μόνο ένα-δύο άρθρα. Και μάλιστα το ένα από αυτά ήταν πολύ σύντομο και ανέφερε ότι το «επεισόδιο» έγινε το 1983. Πρόκειται για λάθος, καθώς συνέβη τον Μάρτιο του 1984. Συνεπώς, ορθά χαρακτηρίζεται από τον Αδάμ Γ. Στεφανάδη ως ξεχασμένο «επεισόδιο» της Σαμοθράκης. Θα προσθέταμε και άγνωστο… Ο κύριος Στεφανάδης ασχολήθηκε εκτενώς με αυτό στο περιοδικό «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ» (τ. 272, Απρίλιος 2020) και από το άρθρο του, που καλύπτει πολλές σελίδες (8-21) στο περιοδικό, αντλήσαμε τα στοιχεία που παραθέτουμε.
Το Α/Τ «Πάνθηρ» και το «επεισόδιο της Σαμοθράκης» (Μάρτιος 1984)
Το αντιτορπιλικό «Πάνθηρ» ναυπηγήθηκε στις Η.Π.Α. το 1944 και δόθηκε στην Ελλάδα το 1951. Μαζί με τα ομοιότυπα του «Αετός», «Ιέραξ» και «Λέων», ήταν γνωστά ως «θηρία». Ήταν πολύ ανθεκτικά και το 1984 αποτελούσαν υπολογίσιμες μονάδες του Στόλου μας. Εκείνη την εποχή, συμμετείχε στις πολυήμερες περιπολίες σε όλη την ανατολική θαλάσσια μεθόριο, από την Αλεξανδρούπολη ως το Καστελλόριζο. Επίσημα η περιπολία αυτή ονομάζεται «Τ»- επιτήρηση, αλλά στη ναυτική καθομιλουμένη είναι γνωστή ως «Ξιφίας» και τα πλοία που εκτελούν την περιπολία «ξιφιόπλοια». Το πρωί της 8ης Μαρτίου 1984 το Α/Τ «Πάνθηρ» στο πλαίσιο επιχείρησης «Τ»- επιτήρησης απέπλευσε από τον Μούδρο της Λήμνου και κινήθηκε Β-ΒΑ προς τον Κόλπο Ξηρού, για να παρακολουθήσει τουρκικά πλοία που συμμετείχαν σε προγραμματισμένη άσκηση με πραγματικά πυρά στην περιοχή. Κυβερνήτης του «Πάνθηρα» ήταν ο, τότε, Αντιπλοίαρχος Σπυρίδων Περβαινάς, Ύπαρχος, ο Υποπλοίαρχος Χαράλαμπος Ψαλλιδάκος και Α΄ Μηχανικός ο Υποπλοίαρχος (Μ) Δημήτριος Μουτζούρης.
Γύρω στις 13.00, ο «Πάνθηρ» εντόπισε πέντε τουρκικά Α/Τ και ενημέρωσε με σχετικό σήμα στις 13.16. Λίγο αργότερα ο «Πάνθηρ» αναγνώρισε τα τουρκικά πλοία, όπως ενημέρωσε με σχετικό σήμα στις 13.50. Επρόκειτο για τα: D-346 Alcitepe, D-348 Savastepe, D-345 Yucetepe, D- 351 Cakmak και D-352 Gayret. Γνωστοποίησε μάλιστα ότι οι κεραίες του ραντάρ αέρος των Cakmak και Alcitepe δεν έστρεφαν. Τα τουρκικά πλοία, από τις 14.00 ως τις 14.30 πραγματοποίησαν αντιαεροπορικά πυρά κατά ανεμουρίου το οποίο ρυμουλκούσε αεροσκάφος σε κάθετες προς αυτά διαδρομές. Καθώς τα πυρά εκτελούνταν προς τα δυτικά, ο «Πάνθηρ» άρχισε να απομακρύνεται από την περιοχή που είχαν δεσμεύσει οι Τούρκοι και εκτεινόταν σε τουρκικά, αλλά και διεθνή ύδατα. Στις 14.40, ενώ το ελληνικό πλοίο βρισκόταν σε απόσταση 8,3 ν.μ. νότια της Ζουράφας, ακούστηκαν ομοβροντίες πυροβόλων των 127 mm προερχόμενες κατά πάσα πιθανότητα από τα Cakmak και Gayret. Σε λίγο ακούστηκαν σφυρίγματα των βλημάτων που έπεφταν και εκρήγνυνταν σε αποστάσεις από 200 γιάρδες (περίπου 183 μ.) ως 800 γιάρδες (περίπου 731 μ.) μακριά από αυτό. Ο «Πάνθηρ» κινήθηκε ολοταχώς προς τα δυτικά αμέσως, ενώ άλλα βλήματα συνέχισαν να πέφτουν πιο μακριά.
Στις 14.57 το Α/Τ ανέφερε με συνοπτικό σήμα το συμβάν, γνωστοποιώντας ότι τα βλήματα «έσκασαν εγγύτατα του πλοίου» και ότι στην περιοχή έπλεαν επίσης έξι ελληνικά αλιευτικά, τα οποία διατάχθηκαν να κινηθούν άμεσα προς τα δυτικά. Ακολούθησαν συνεχείς επικοινωνίες μεταξύ ΓΕΝ και «Πάνθηρα», στις οποίες ο κυβερνήτης του Α/Τ κλήθηκε να δώσει περισσότερες εξηγήσεις για το επεισόδιο και τέλος του ζητήθηκε να εκθέσει γραπτώς με σήμα -Ο- («Oscar», δηλαδή άμεσο) όλες τις παραμέτρους του επεισοδίου. Στο σήμα -Ο-, ο κυβερνήτης Περβαινάς ανέφερε ότι τα πυρά πραγματοποιήθηκαν προς την κατεύθυνσή του «Πάνθηρα» και των αλιευτικών, πιθανώς για εκφοβισμό. Ο άνεμος που έπνεε τα παρέσυρε πιο μακριά. Ακολουθούσε η επισήμανση ότι δεν επρόκειτο για σύμπτωση ή τυχαίο γεγονός, καθώς ο «Πάνθηρ» είχε πλησιάσει προηγουμένως τα τουρκικά πλοία σε απόσταση τριών μιλίων και αυτά θα γνώριζαν κάθε στιγμή τη θέση του. Με σήμα του τέλους στις 17.15 ο «Πάνθηρ» ενημέρωσε ότι τα τουρκικά πλοία μπήκαν στα Δαρδανέλια στις 17.10.
Πολεμικό κλίμα στην Αθήνα – Το «φορτισμένο ΚΥΣΕΑ» – «Επιδρομές» καταναλωτών στα σούπερ μάρκετ!
Οι εξελίξεις που ακολούθησαν τα παραπάνω γεγονότα ήταν καταιγιστικές και μάλλον αναπάντεχες. Θυμίζουμε ότι το 1984 κυβερνούσε το ΠΑΣΟΚ με πανίσχυρο τότε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Στις 18.20 το ΓΕΝ διέταξε τον «Πάνθηρα» να πλεύσει προς την Αλεξανδρούπολη. Εκεί θα μετέβαινε στρατιωτικό αεροσκάφος για να παραλάβει τον κυβερνήτη Περβαινά και να τον μεταφέρει στην Αθήνα. Στις 19.30 ο Α/ΓΕΝ Αντιναύαρχος Νικόλαος Παππάς επικοινώνησε με τον κυβερνήτη και του ζήτησε σύντομη περιγραφή του συμβάντος. Τον ρώτησε πότε θα καταπλεύσει στην Αλεξανδρούπολη, για να τον παραλάβει από εκεί στρατιωτικό αεροσκάφος που θα τον μεταφέρει στην Αθήνα για «να παρουσιαστεί σε υψηλά ιστάμενα πρόσωπα». Ήταν φανερό ότι το θέμα είχε λάβει σοβαρές διαστάσεις.
Ο «Πάνθηρ» κατέπλευσε στην Αλεξανδρούπολη στις 21.00. Ο Περβαινάς επιβιβάστηκε στο αεροσκάφος, το οποίο προσγειώθηκε στην Ελευσίνα. Εκεί τον παρέλαβε ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού που τον μετέφερε σε κάποιο νοσοκομείο κοντά στο Πεντάγωνο, στο οποίο πήγε αμέσως μετά. Εκεί συναντήθηκε με τον Υφυπουργό Εθνικής Αμύνης Αντώνη Δροσογιάννη (Υπουργός ήταν ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου). Το τι ακολούθησε, θα το αναφέρουμε στη συνέχεια. Προηγουμένως παραθέτουμε όσα δραματικά συνέβησαν στο ΚΥΣΕΑ λίγο νωρίτερα. Με το πρώτο σήμα του «Πάνθηρα» ενημερώθηκε ο Αντώνης Δροσογιάννης.
Αντίγραφο του σήματος παρέλαβε και ο Γιάννης Καψής, Υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς ο ΥΠΕΞ Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό». Στις 16.30 ενημερώθηκε και ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Καστρί από τον Γ. Καψή και τον Υφυπουργό Τύπου Δημήτρη Μαρούδα. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα εφημερίδων («Ελευθεροτυπία» 11/03/1984 και «Καθημερινή» 12/03/1984), οι δύο αυτοί έπεισαν τον Παπανδρέου πως πρόκειται για μεγάλη παραβίαση και προσβολή των εθνικών δικαίων και τον πίεσαν για τη λήψη σκληρών μέτρων. Στις 17.00 συγκλήθηκε το ΚΥΣΕΑ. Τα μέλη του ενημερώθηκαν για το περιστατικό. Έπειτα κλήθηκαν να εκφράσουν τις απόψεις τους για το τι έπρεπε να γίνει.
Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής τα μέλη του ΚΥΣΕΑ χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η πρώτη από τους Γιάννη Καψή, Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα και Αντώνη Δροσογιάννη υποστήριζε την τήρηση σκληρής γραμμής: άμεση ανάκληση πρεσβευτών, διακοπή διπλωματικών σχέσεων με την Τουρκία και εφαρμογή αυστηρών αντιποίνων, με πρώτο, το κλείσιμο του τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής. Η δεύτερη ομάδα, υπό τους Κάρολο Παπούλια, Απόστολο Λάζαρη, Ιωάννη Σκουλαρίκη και την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων πρότεινε μια πιο ψύχραιμη στάση. Τελικά επικράτησε, με κάποιες διαφοροποιήσεις, η «σκληρή γραμμή».
Αποφασίστηκε η ανάκληση των πρεσβευτών, τέθηκαν σε «αυξημένη ετοιμότητα» και οι τρεις Κλάδοι των Ενόπλων Δυνάμεων, κηρύχθηκε «αυξημένη επαγρύπνηση» στους θαλάμους επιχειρήσεων του ΓΕΕΘΑ, του ΓΕΑ και του ΓΕΝ. Φίλος που υπηρετούσε τότε σε Μονάδα Τεθωρακισμένων στην Ορεστιάδα θυμήθηκε την εντολή που είχαν λάβει, να βρίσκονται «με το δάχτυλο στη σκανδάλη». Πάντως, σύμφωνα με την «Καθημερινή» (12/031984), ο Α. Παπανδρέου προσήλθε στο ΚΥΣΕΑ έχοντας πάρει τις αποφάσεις του, μετά την ενημέρωση που είχε από τους Καψή και Μαρούδα.
Έτσι αποφασίστηκε η ανάκληση των πρεσβευτών, να γίνει έντονο διάβημα στην Τουρκία, τις Η.Π.Α. και τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τη «Βραδυνή» (13/3/1984) ο Α. Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της σύσκεψης «βρισκόταν σε εξαιρετικά νευρική κατάσταση» και αντιδρούσε πολύ έντονα σε όποιον έφερνε αντιρρήσεις λέγοντας ότι «αυτός είναι ο πρωθυπουργός και αυτός διοικεί τη χώρα». Πριν τη σύγκληση του ΚΥΣΕΑ κλήθηκε από τον Γιάννη Καψή ο Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα Φαχίρ Αλατσάμ για εξηγήσεις, οι οποίες δόθηκαν γύρω στις 18.30 και κρίθηκαν «τελείως απαράδεκτες και παραπλανητικές», καθώς οι Τούρκοι ισχυρίζονταν ότι τα τουρκικά Α/Τ έβαλλαν βόρεια και ανατολικά και όχι προς τα δυτικά, όπου βρισκόταν ο «Πάνθηρ». Μετά τη λήξη του ΚΥΣΕΑ κλήθηκε εκ νέου ο Τούρκος πρέσβης στον οποίο ανακοινώθηκε ότι οι εξηγήσεις που έδωσε η κυβέρνησή του ήταν απαράδεκτες και γι’ αυτόν τον λόγο ο Έλληνας πρέσβης στην Άγκυρα Σωτήρης Κωνσταντόπουλος ανακαλείται μέχρι να δοθούν ικανοποιητικές εξηγήσεις.
Η πολεμική ατμόσφαιρα, η παρέμβαση του ΠτΔ Κ. Καραμανλή και η εκτόνωση της κρίσης
Στις 20.30 ενημερώθηκε από τον Αντώνη Δροσογιάννη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος, όπως γράφτηκε, δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος από τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί. Η κυβέρνηση όμως φαίνεται ότι είχε αποφασίσει να κλιμακώσει την ένταση. Χαρακτηριστικό είναι ότι το δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ (τότε υπήρχαν μόνο τα κρατικά τηλεοπτικά κανάλια) ξεκίνησε μισή ώρα αργότερα από την προγραμματισμένη έναρξή του και ανέδειξε τη σοβαρότητα του επεισοδίου και των ελληνικών αντιδράσεων.
Αλλά και οι εφημερίδες την επόμενη ημέρα, 9/3/1984, είχαν «πολεμικούς» τίτλους: «Πρόκληση Πολέμου» («Ελευθεροτυπία»), «Στα Πρόθυρα Πολέμου» («Ελεύθερος Τύπος»), «Πολεμική Ατμόσφαιρα» («Τα Νέα»), «Επικίνδυνο Παιχνίδι στο Αιγαίο» («Απογευματινή»), «Πολεμική Πρόκληση των Τούρκων» («Έθνος»). Να σημειώσουμε ότι οι εφημερίδες και γενικότερα ο γραπτός Τύπος αποτελούσαν εκείνη την εποχή το βασικό μέσο πληροφόρησης του κοινού και οι κυκλοφορίες κάποιων από αυτές, άγγιζαν ή και ξεπερνούσαν τα 100.000 φύλλα! Την ίδια μέρα εκδηλώθηκε έντονα και το φαινόμενο της «επιδρομής» πολιτών σε σούπερ μάρκετ και άλλα καταστήματα για να εξασφαλίσουν προμήθειες ενόψει της διαφαινόμενης πολεμικής αναμέτρησης με την Τουρκία!
Το πρωί της 9ης Μαρτίου σε συνάντησή του με τους νομάρχες της χώρας (ως το 2010 υπήρχαν Νομαρχίες στη χώρα, όχι Περιφέρειες), ο Ανδρέας Παπανδρέου ύψωσε ακόμα περισσότερο τους τόνους, λέγοντας ότι το επεισόδιο στη Σαμοθράκη αποτελούσε την «ύψιστη πρόκληση από την εποχή του 1974», τονίζοντας ότι επρόκειτο για «πράξη σημαδιακή, σαφώς εσκεμμένη και σκόπιμη πρόκληση, με πιθανότητες να υπάρξουν θύματα, είτε να καταβυθιστεί το αντιτορπιλικό είτε να πνιγούν οι ψαράδες». Εκτίμηση του Α. Παπανδρέου ήταν ότι οι Τούρκοι ήθελαν να διαπιστώσουν την αποφασιστικότητα και την ετοιμότητα της κυβέρνησης και του ελληνικού λαού.
Όμως τα πράγματα έλαβαν μια άλλη τροπή, μετά τη συνάντηση του, υπό ανάκληση, Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα Σωτήρη Κωνσταντόπουλο με τον Τούρκο Υφυπουργό Εξωτερικών Ερζουμέντ Γιαβουζάλπ . Σύμφωνα με ανακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης, δια στόματος του Γιάννη Καψή, στις 21.00 της 9/3/1984, η Τουρκία μέσω του Γιαβουζάλπ έδωσε διαφορετικές εξηγήσεις σε σχέση με αυτές του Τούρκου πρέσβη στην Αθήνα. Συγκεκριμένα, ο Γιαβουζάλπ είπε ότι στις 8/3 τα τουρκικά πλοία μεταξύ 15.00 και 17.00 εκτελούσαν στο πλαίσιο άσκησης αντιαεροπορικά πυρά στον αέρα και κάποια θραύσματα βλημάτων έπεσαν κοντά στο ελληνικό Α/Τ. Ο Γ. Καψής πρόσθεσε ότι δεν προκύπτει κάποια πρόθεση της Τουρκίας να δημιουργήσει σοβαρό επεισόδιο με την Ελλάδα.
Οι εξηγήσεις που έχει ζητήσει η Ελλάδα για την άρση της ανάκλησης του πρέσβη της από την Τουρκία δόθηκαν και ο Σωτήρης Κωνσταντόπουλος παρέμεινε στην Άγκυρα. Ο Τούρκος Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Ναζμί Ακιμάν είχε τονίσει ότι η χώρα του «δεν έχει συγκεκριμένα σχέδια να αποσύρει τον πρεσβευτή της από την Αθήνα». Ωστόσο η τουρκική κυβέρνηση κατηγορούσε την ελληνική πλευρά για «τεχνητή κρίση» και άφηνε αιχμές ότι το ελληνικό Α/Τ μπορεί να βρισκόταν εντός της προκαθορισμένης για την τουρκική άσκηση περιοχής. Ο δε Τούρκος πρωθυπουργός τότε Τουργκούτ Οζάλ, προέβη σε μια απρεπή δήλωση κατά του Έλληνα ομολόγου του λέγοντας ότι «ο κ. Παπανδρέου αρέσκεται να παίζει διάφορους ρόλους σαν ηθοποιός» και επίσης ότι «η Ελλάδα μοιάζει με μωρό παιδί που φωνάζει τη μαμά του και κλαίει γιατί τάχα το δέρνουν, πριν προλάβει κανένας να το ακουμπήσει». Οι δηλώσεις Οζάλ έμειναν ασχολίαστες από ελληνικής πλευράς…
Σημαντικό ρόλο στην εκτόνωση της κρίσης φαίνεται ότι έπαιξε η παρέμβαση του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος σε 75λεπτη συνάντησή του με τον Ανδρέα Παπανδρέου, το μεσημέρι της 9ης Μαρτίου, τον συμβούλευσε να γίνουν δεκτές οι τουρκικές εξηγήσεις. Όπως έγραψε η «Ελευθεροτυπία» (11/3/1984) «κατά την άποψη που αποδίδουν ορισμένοι στον Πρόεδρο και έμπρακτα φάνηκε ότι αποδέχτηκε ο Πρωθυπουργός, η ανάκληση των πρεσβευτών με πρωτοβουλία της Ελλάδας, τη στιγμή που η άλλη πλευρά «απολογείται» μιλώντας έστω για «λάθος» – και εφόσον η καταγγελία του επεισοδίου αρκούσε για να λειτουργήσει ευμενώς προς τη χώρα μας ενώπιον της διεθνούς κοινής γνώμης και των διεθνών οργανισμών θα δημιουργούσε την εντύπωση ότι ψάχνουμε αφορμή για μεγαλύτερη ένταση. Πάντως, οι τουρκικές «εξηγήσεις», δεν φαίνεται ότι είχαν «απολογητικό χαρακτήρα».
Μάλιστα ο Τούρκος Υφυπουργός Εξωτερικών είπε στον Έλληνα πρέσβη: «Αν η στάση σας είναι αποτέλεσμα λανθασμένων ή ατυχών πληροφοριών, θα ήταν σκόπιμο να επανεξετάσετε αυτές τις πληροφορίες. Αν αυτό δεν συμβεί, θα έχετε κάνει ένα ιστορικό λάθος» («Καθημερινή», 10/3/1984). Καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι πιέσεις – εκκλήσεις από τις Η.Π.Α. και άλλες χώρες του ΝΑΤΟ για επίδειξη ψυχραιμίας από την ελληνική πλευρά. Άλλωστε καθώς η τουρκική άσκηση είχε λήξει και τα τουρκικά πλοία είχαν επιστρέψει στα Στενά, δεν είχε νόημα η ελληνική πλευρά να συνεχίσει την ένταση.
Και μία φοβερή σύμπτωση: το τουρκικό Α/Τ D-351 Cakmak από το οποίο πιθανότατα ρίχτηκαν οι βολές προς τον «Πάνθηρα», στις 21 Ιουλίου 1974 περιπολούσε στα ανοιχτά της Κύπρου μαζί με τα D-354 Kocatepe και D-353 Adatepe. Η τουρκική πολεμική αεροπορία βομβάρδισε, κατά λάθος βέβαια τα τρία πλοία, θεωρώντας ότι πρόκειται για ελληνικά. Το Kocatepe βυθίστηκε, ενώ τα άλλα δύο υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Συνολικά 67 Τούρκοι ναυτικοί (54 από το Kocatepe και 13 από τα άλλα δύο σκοτώθηκαν…). Το Cakmak επιδιορθώθηκε και με εκσυγχρονισμό FRAM παρέμεινε στο τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό ως το 1995.
Τι μας είπε ο Ναύαρχος Σπυρίδων Περβαινάς – Η συνέντευξή του στον Αδάμ Στεφανάδη
Ο Ναύαρχος Σπυρίδων Περβαινάς έδωσε στον Αδάμ Στεφανάδη δύο συνεντεύξεις για το «Επεισόδιο της Σαμοθράκης» στις 20/6/2019 και στις 18/7/2019 που παρουσιάζονται στη «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ». Επιδιώξαμε και εμείς να μιλήσουμε με τον Ναύαρχο Περβαινά. Αφού του εξηγήσαμε ποιοι είμαστε, του ζητήσαμε να μας πει κάποιες λεπτομέρειες για το περιστατικό. Ο κύριος Περβαινάς πρόθυμα και ευγενέστατα απάντησε στις ερωτήσεις μας και τον ευχαριστούμε θερμά. Μας είπε ότι αν και προερχόταν από τα υποβρύχια, μάλιστα υπηρετούσε ως αξιωματικός το 1974 στο Υ/Β «Γλαύκος» που δεν στάλθηκε ποτέ στην Κύπρο, τοποθετήθηκε τον Ιούλιο του 1983 στο Α/Τ «Πάνθηρ». Με τον «Πάνθηρα», στον οποίο όταν ανέλαβε, έκανε ένα «ξεκαθάρισμα», καθώς περίπου 30 άτομα από το πλήρωμα ήταν «προβληματικά», ανάμεσά τους υπήρχαν και κακοποιά στοιχεία και ο Ναύαρχος κατάφερε να απομακρυνθούν από το πλοίο έκανε έξι «Ξιφίες», ενώ βασικά περιπολούσε μεταξύ Αλεξανδρούπολης και Λέσβου.
Αν όμως χρειαζόταν έφτανε ως τη Σάμο. Αναφερόμενος στο «Επεισόδιο της Σαμοθράκης» είπε ότι έπεσαν πολύ κοντά στο Α/Τ βλήματα των 5 ιντσών. Τόνισε, ότι αν αυτά δεν είχαν γόμωση και κάποιο έπεφτε στο πρυμναίο κατάστρωμα, κάτω από το οποίο βρίσκεται το υπόφραγμα όπου κοιμούνται οι ναύτες, θα έφτανε σ’ αυτό τρυπώντας το κατάστρωμα σκοτώνοντάς τους. Αν τα βλήματα είχαν γόμωση, θα βύθιζαν τον «Πάνθηρα»… Πάντως ο Ναύαρχος Περβαινάς τόνισε και σε μας ότι αν οι Τούρκοι ήθελαν να βουλιάξουν τον «Πάνθηρα», θα το είχαν κάνει νωρίτερα, όταν βρισκόταν σε απόσταση 2-3 ν.μ. από τα πλοία τους. Θεωρεί ότι τα βλήματα διέγραψαν μεγαλύτερη τροχιά από αυτή που υπολόγιζαν οι Τούρκοι, πιθανότατα λόγω του δυνατού αέρα.
Την επόμενη μέρα μια εφημερίδα, μάλλον η «Αυριανή», έγραψε: «Ο δειλός κυβερνήτης έφυγε». Ο Ναύαρχος λέει ότι είχε φύγει ήδη και επίσης ότι τα δικά του πυροβόλα δεν έφταναν στα τουρκικά πλοία και ότι κανείς δεν τον είχε εξουσιοδοτήσει να ξεκινήσει πόλεμο Ελλάδας – Τουρκίας…
Ας δούμε τώρα τι έγινε από τη στιγμή που ο Ναύαρχος Περβαινάς συναντήθηκε με τον Υφυπουργό Εθνικής Άμυνας Αντώνη Δροσογιάννη. Παρά το ότι ήταν προετοιμασμένος για αρνητική αντιμετώπιση, ο Δροσογιάννης ήταν ήρεμος και φιλικός. Άκουσε όσα του είπε ο Περβαινάς και στη συνέχεια κάλεσε στο κόκκινο τηλέφωνο τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος μίλησε με τον κυβερνήτη. Ο Περβαινάς τόνισε στον τότε πρωθυπουργό ότι αν οι Τούρκοι ήθελαν να βυθίσουν τον «Πάνθηρα» θα το είχαν κάνει νωρίτερα. Ο ίδιος πίστευε ότι λόγω της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τις τουρκικές αμφισβητήσεις οι Τούρκοι θέλησαν να δείξουν «τσαμπουκά», αλλά κακός υπολογισμός και δυνατός άνεμος «οδήγησαν» τα βλήματα επικίνδυνα κοντά στον «Πάνθηρα».
Ο Παπανδρέου απάντησε: «Αυτή είναι και η δική μου εκτίμηση, σας ευχαριστώ πολύ για την ενημέρωση, αλλά και για το πώς χειριστήκατε το θέμα, με ψυχραιμία, χωρίς να δώσετε συνέχεια στο επεισόδιο, γιατί κανείς δεν σας είχε εξουσιοδοτήσει να κηρύξετε πόλεμο Ελλάδος – Τουρκίας, έστω και τοπικό». Και ο Α. Παπανδρέου τελείωσε λέγοντας, ότι όσους ρώτησε του είπαν τα καλύτερα λόγια για εκείνον, κάτι που εντυπωσίασε τον Ναύαρχο. Την επόμενη μέρα, ο κύριος Περβαινάς μαζί με τον Α/ΓΕΝ Αντιναύαρχο Νίκο Παππά έγιναν δεκτοί από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κων/νο Καραμανλή. Αφού άκουσε τον Περβαινά, ο Καραμανλής είπε: «Έτσι έχουν τα πράγματα». Απευθυνόμενος προς τον Παππά, του είπε έντονα και επιτιμητικά: «Να πεις στην κυβέρνηση ότι αυτό το οποίο έκανε, να ανακαλέσει τους πρέσβεις, είναι μεγάλο λάθος. Και μάλιστα να τους πεις ότι με τους Τούρκους ποτέ δεν πρέπει να σταματήσουμε την επικοινωνία. Πάντα πρέπει να έχουμε δίαυλο επικοινωνίας, διότι αλλιώς οι καταστάσεις μπορεί να γίνουν ανεξέλεγκτες». Ακολούθησε η συνάντηση Καραμανλή – Παπανδρέου και η εξομάλυνση της κατάστασης.
Ο Ναύαρχος Περβαινάς θεωρεί ότι υπήρχε γενική κατεύθυνση από την τουρκική κυβέρνηση να υπάρχει παρενόχληση των ελληνικών πολεμικών πλοίων, αλλά και ψαράδικων. Δεν θεωρεί ότι υπήρχε άνωθεν εντολή για «τσαμπουκά», ούτε ήταν σχεδιασμένο το όλο επεισόδιο. Ο ίδιος δεν ενοχλήθηκε πάλι για το θέμα και μετατέθηκε σε υπηρεσία του ΝΑΤΟ στη Νάπολη της Ιταλίας. Εκεί τον προσέγγισε, προφανώς με άνωθεν εντολή, ένας Τούρκος Αντιπλοίαρχος (τον βαθμό αυτό έφερε τότε και ο Περβαινάς), ο οποίος του είπε: «Σπύρο, γι’ αυτό το συμβάν φταίγαμε και έχουμε μετανιώσει, αλλά επειδή εμείς τώρα εδώ θα συνεργαζόμαστε, μην σε επηρεάσει στις μεταξύ μας υπηρεσιακές σχέσεις. Εμείς το ξεχάσαμε, σε παρακαλούμε να το ξεχάσεις κι εσύ». Μάλιστα ο Τούρκος άφησε να εννοηθεί ότι ο τοπικός διοικητής του στολίσκου είχε στη συνέχεια δυσμενή υπηρεσιακή αντιμετώπιση.
Επίλογος
Αυτό ήταν το ιστορικό του αγνώστου «Επεισοδίου της Σαμοθράκης». Ο ίδιος ο «πρωταγωνιστής» του από ελληνικής πλευράς Ναύαρχος Περβαινάς είναι κατηγορηματικός ότι επρόκειτο για προσπάθεια εκφοβισμού, «τσαμπουκά» από τους Τούρκους που παραλίγο, λόγω του ανέμου, ίσως και αδεξιότητα των πληρωμάτων τους, να έχει ολέθρια αποτελέσματα και απρόβλεπτες συνέπειες. Να αναφέρουμε μόνο ότι πρωθυπουργός της Τουρκίας ήταν τότε ο Τουργκούτ Οζάλ, ενώ ο Κενάν Εβρέν που το 1980 είχε καταλάβει με πραξικόπημα την εξουσία στην Τουρκία (ως τον Δεκέμβριο του 1983), ήταν Πρόεδρος της γείτονος ως το 1989! Οι αναγνώστες νομίζουμε έβγαλαν τα συμπεράσματά τους και αναμένουμε τις απόψεις τους στα σχόλια.
Πηγή: protothema.gr