Ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, κα Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου, με αφορμή τις δηλώσεις του πρωθυπουργού της Αλβανίας, Έντι Ράμα, ότι η χώρα του είναι έτοιμη να υποδεχθεί Αφγανούς πρόσφυγες, ενώ έχουν ήδη ετοιμαστεί οι πρώτες δομές, για την προσωρινή τους εγκατάσταση.
Η κα Ασημακοπούλου σημειώνει στην ερώτησή της, ότι ο ακριβής αριθμός των προσφύγων που θα υποδεχθεί η Αλβανία, η διάρκεια παραμονής τους και οι περιοχές που θα φιλοξενηθούν, παραμένουν άγνωστα, με υπαρκτό τον κίνδυνο δημιουργίας νέων προσφυγικών ροών προς την Ελλάδα.
Κατόπιν αυτών και με δεδομένες τις πιέσεις και τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων που διαχρονικά υφίσταται η Ελληνική Εθνική Μειονότητα, εντός της αλβανικής επικράτειας, η κα Ασημακοπούλου ρωτά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ποιος είναι ο ακριβής αριθμός των Αφγανών προσφύγων που θα υποδεχθεί η Αλβανία, σε ποιες περιοχές θα εγκατασταθούν, πώς διασφαλίζονται τα δικαιώματα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας,καθώς και πώς διασφαλίζεται ότι δεν θα δημιουργηθούν νέες προσφυγικές ροές προς την Ελλάδα, μέσω των ελληνοαλβανικών συνόρων.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης:
Θέμα: «Σχετικά με την εγκατάσταση Αφγανών προσφύγων στην Αλβανία, τις πιθανές επιπτώσεις της στην Ελληνική Μειονότητα και τον κίνδυνο δημιουργίας προσφυγικών ροών προς την Ελλάδα»
Προς: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
3 Σεπτεμβρίου, 2021
Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Έντι Ράμα, δηλώνει ότι η χώρα του είναι έτοιμη να υποδεχθεί Αφγανούς πρόσφυγες, ενώ έχουν ήδη ετοιμαστεί οι πρώτες δομές, για την προσωρινή τους εγκατάσταση.
Από την άλλη πλευρά, ο ακριβής αριθμός των προσφύγων που θα υποδεχθεί η Αλβανία, η διάρκεια παραμονής τους και οι περιοχές που θα φιλοξενηθούν, παραμένουν άγνωστα, με υπαρκτό τον κίνδυνο δημιουργίας νέων προσφυγικών ροών προς την Ελλάδα.
Με δεδομένες τις πιέσεις και τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων της που διαχρονικά υφίσταται η Ελληνική Εθνική Μειονότητα, εντός της αλβανικής επικράτειας, ερωτάται η Επιτροπή: