Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2024

Α. Γιαννακίδου: Θησαυρίζοντας τη μαγεία της Θράκης – Για πάνω από 50 χρόνια συλλέγει ιστορίες και αντικείμενα της παλιάς ζωής

Μέσα από το βλέμμα και τις διηγήσεις της ερωτεύτηκα σφόδρα τον Εβρο πριν από μία δεκαετία. Και κάθε φορά που ταξιδεύω στο βορειοανατολικό άκρο της πατρίδας, θα κάνω πάντα μια στάση για να συναντήσω την Αγγελική Γιαννακίδου. Εκείνη θα με πάρει από το χέρι για να πάμε σε ένα Πομακοχώρι, να μου δείξει ένα παλιό κάστρο, να φάμε σε μια καλύβα ψαρά στο ποτάμι, να μου γνωρίσει μια υφάντρα ή έναν σιδερά. Ξέρει την ευρύτερη περιοχή σαν την παλάμη της: τα χωριά, τους κατοίκους, τα ήθη και τα έθιμα, τα χούγια τους, αυτή την αραιή πληθυσμιακά, αλλά «λεπτοκεντημένη» πολιτισμικά ανθρωπογεωγραφία που τόσο πλουτίζει την Ελλάδα. Η κ. Γιαννακίδου ζει μόνιμα στην Αλεξανδρούπολη, όπου το 2002 ίδρυσε το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης, με την ηθική και την υλική υποστήριξη του άνδρα της, Χρόνη, όμως η δράση της απλώνεται σε πολύ μεγαλύτερη εμβέλεια. Κρατάει ολοζώντανη τη μνήμη του τόπου όχι στατικά, αλλά δυναμικά. Το ΕΜΘ παροτρύνει παραδοσιακούς μάστορες και γυναίκες της περιοχής να μπουν με σύγχρονους όρους στην παραγωγική διαδικασία, με δικά της σχέδια σύγχρονου ντιζάιν. Διόλου τυχαίο πως η καλλιτεχνική διευθύντρια Μαρία Γκράτσια Κιουρί του οίκου Dior ήρθε στη Θράκη και βρήκε εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα παραγόμενα χρηστικά και διακοσμητικά αντικείμενα, τα οποία και αγόρασε.

Η ίδια δεν κατάγεται από τη Θράκη. «Ηρθα ως νύφη το 1967, νεαρό κορίτσι που δεν είχε ιδέα για το μέρος αυτό», μου εξηγεί την ώρα που καθόμαστε σε ένα παραδοσιακό ταβερνείο στην καρδιά της Ξάνθης. «Οταν πρωτόφτασα ήταν μια περίοδος όπου ο βίος των ανθρώπων υπαγορευόταν ακόμα από την παράδοση, έκαναν τα πράγματα όπως και οι πρόγονοί τους αιώνες πριν. Αλλωστε τότε μόνο η Αλεξανδρούπολη είχε ηλεκτροδότηση. Θυμάμαι, λ.χ., να πηγαίνω σε χωριά την Κυριακή και να βλέπω γυναίκες που είχαν βάλει τις καλές τους φορεσιές για να χορέψουν και να τραγουδήσουν. Αυτή ήταν η διασκέδασή τους. Ταυτόχρονα είχαν ήδη αρχίσει σταδιακά η ερήμωση από τον Εμφύλιο και μετά, η εξωτερική και η εσωτερική μετανάστευση, η τοποθέτηση ενός αόρατου συνόρου που χώριζε τη Θράκη από την υπόλοιπη Ελλάδα. Πρωτακούστηκε και η φράση “Θα σε στείλω στον Εβρο” που έκανε τον κόσμο να αισθάνεται πολίτης τρίτης κατηγορίας. Ομως για τα νεανικά μου μάτια η Θράκη ήταν μια μαγική terra incognita, διψούσα να τη γνωρίσω, να ακούσω τους ανθρώπους να μου μιλούν. Και εκείνοι ανταποκρίνονταν με θέρμη γιατί χαίρονταν που κάποιος έδειχνε ενδιαφέρον γι’ αυτούς που ήταν ξεχασμένοι σε μια γωνιά της Ελλάδας. Ημουν τυχερή που πρόλαβα να δω αυτή την ανέγγιχτη από την “πρόοδο” καθημερινότητα. Διότι μαζί με την περιθωριοποίηση, το 1967, ξεκίνησε και η μετάβαση στη νεωτερικότητα. Τότε δηλαδή έφτασε το πρώτο συνάλλαγμα στην περιοχή από τους ξενιτεμένους της Γερμανίας και οι συγγενείς τους έκτισαν σπίτια στο χωριό, πέταξαν τα υφασμένα ρούχα και φόρεσαν πουκάμισα, ξεφορτώθηκαν τα πήλινα σκεύη για το πλαστικό».

Mαζί με την περιθωριοποίηση, το 1967, ξεκίνησε και η μετάβαση στη νεωτερικότητα. Πέταξαν τα υφασμένα ρούχα και φόρεσαν πουκάμισα, ξεφορτώθηκαν τα πήλινα σκεύη για το πλαστικό.

Παρά το νεαρό της ηλικίας της είχε το ένστικτο να συνειδητοποιήσει πως η κατάσταση πολύ σύντομα θα άλλαζε, συμπαρασύροντας μαζί της έναν ολόκληρο τρόπο ζωής. «Υπήρχε ένας απλός λόγος για τον οποίον οι αγροτικές κοινωνίες, όπως και οι Θρακιώτες, βιάστηκαν να υιοθετήσουν το νέο. Επειδή αισθάνονταν στο περιθώριο. Eπειδή είχαν ζήσει στο πετσί τους τον μόχθο του να υφαίνεις ένα ρούχο, να καλλιεργείς ένα χωράφι ή να βόσκεις τα ζωντανά, ό,τι έτοιμο βιομηχανοποιημένο ερχόταν το αφομοίωναν γιατί διευκόλυνε τη ζωή τους. Εκσυγχρονιζόταν η Αθήνα; Επρεπε να εκσυγχρονιστούν και εκείνοι πετώντας κάθε παλιό. Να νιώσουν ενσωματωμένοι στην “εκσυγχρονισμένη” μητέρα πατρίδα με την οποία ενώθηκαν το 1920», λέει η Αγγελική Γιαννακίδου. Χωρίς ούτε η ίδια να το πολυκαταλάβει, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 άρχισε να συλλέγει. Να συγκεντρώνει ιστορίες και αντικείμενα, να διασώζει ως βιωματική λαογράφος σπαράγματα του παρελθόντος. Ολα αυτά –γεωργικά και αλιευτικά εργαλεία, τάματα, φορεσιές, εκκλησιαστικά αντικείμενα– αποτέλεσαν τον πυρήνα της μόνιμης συλλογής του μουσείου της μαζί με τις προφορικές καταγραφές. Πρόκειται πραγματικά για ένα θησαυρό που θα είχε μείνει κλεισμένος σε αποθήκες αν τα δύο παιδιά της δεν είχαν επιμείνει να ιδρυθεί το μουσείο ώστε να βρει μόνιμη στέγη. «Το πιο ισχυρό κίνητρο για μένα ήταν η συγκίνηση που μου προκαλούσαν οι άνθρωποι και οι ιστορίες τους. Αλλά και οι ιστορίες των αντικειμένων. Είχαν πόνο, υπομονή και πείσμα».

«Πολύ συχνά όσοι ζουν εδώ ήταν πρόσφυγες, ξεριζωμένοι από άλλες περιοχές που πέρασαν βουνά ή τον Εβρο. Ρίζωσαν δίχως βοήθεια από κανέναν, μόνο με τον ιδρώτα τους και το μυαλό τους. Θρακιώτες, πρόσφυγες και μη, αισθάνονταν πάντα αυτό το αόρατο σύνορο που σας είπα πριν και έδιναν αγώνα να το ξεπεράσουν. Από τα 18 μου χρόνια έως τα 76 που έκλεισα πρόσφατα, η τροφοδότηση του ίδιου συναισθήματος παραμένει ατόφια. Βλέπεις στη φυσιογνωμία και στην ψυχή των Θρακιωτών την έμφυτη καλοσύνη, την αγνότητα, την μπέσα. Σε αυτό συμβάλλουν το απείραχτο φυσικό περιβάλλον, οι πιο αργοί ρυθμοί ζωής, οι σχέσεις εγγύτητας. Και στη σημερινή εποχή που αναζητούμε ένα αντίδοτο από αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, η Θράκη μάς το προσφέρει απλόχερα. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι Ελληνες δεν το ξέρουν. Οφείλω όμως να πω ότι ακόμα και οι Θρακιώτες δεν έχουν συνειδητοποιήσει τη μοναδικότητα του τόπου τους».

Αγγελική Γιαννακίδου: Θησαυρίζοντας τη μαγεία της Θράκης-1
«Το πιο σπουδαίο είναι όχι μόνο να φυλάμε τα σύνορα, που το κάνουμε, αλλά να μη γίνουν τα χωριά της περιοχής νεκροχώρια δίχως κατοίκους, διότι τότε θα είναι δύσκολο να αμυνθούμε έναντι οιουδήποτε εισβολέα», είναι το μήνυμα που στέλνει η Αγγελική Γιαννακίδου.

Να αποτινάξουμε επιτέλους το «θα σε στείλω στον Εβρο» 

Η Αγγελική Γιαννακίδου έχει δίκιο, το διαπίστωσα και εγώ στη μικρή περιοδεία που έκανα: η φυσιολατρική βόλτα στον Εβρο με τη βάρκα ήταν μαγευτική, όμως ο χώρος όπου οι επισκέπτες είχαν πρόσβαση στο ποτάμι είχε σκουπίδια και δεν διέθετε τουαλέτες. Τα λουτρά της Τραϊανούπολης, ονομαστά εδώ και αιώνες, ήταν κλειστά. Το τέμενος που κάηκε στο Διδυμότειχο φτιάχνεται με ρυθμούς χελώνας. Το εργοστάσιο του Τζίβρε, ένα μικρό διαμαντάκι, ήταν επίσης κλειστό. Η Δαδιά, ένα μεγαλειώδες δάσος, παραμένει λαβωμένο από την τεράστια, πρόσφατη πυρκαγιά. Τα χωριά αδειάζουν όλο και περισσότερο. Τι θα μπορούσε να γίνει για να αναζωογονηθεί η περιοχή που είναι τόσο καίρια για την Ελλάδα για λόγους ασφάλειας, Ιστορίας, συνύπαρξης θρησκειών και πολιτισμών; 

«Νομίζω ότι αρχικά πρέπει να ενεργοποιηθούν οι ίδιοι οι άνθρωποι που κατοικούν εδώ. Να αποτινάξουν επιτέλους το αφήγημα του “θα σε στείλω στον Εβρο” και να δουν ότι ανοίγεται μπροστά τους ένας ορίζοντας πιθανοτήτων. Θα σας πω πολλά παραδείγματα. Στη Θράκη έχουμε διαχρονικά την πλέον ειρηνική και αρμονική συνύπαρξη μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στη Θράκη οι κάτοικοι καλλιεργούν βιωματικά την ανοχή στο διαφορετικό και επιβιώνουν με τις δικές τους δυνάμεις δίχως να περιμένουν από κανέναν. Στη Θράκη έχουμε βουνά, ποτάμια, θάλασσες και πεδιάδες, χλωρίδα και πανίδα με ομορφιά και αγνότητα. Στη Θράκη έχουμε μοναδικά μνημεία –κάστρα, τεμένη, εκκλησίες, λουτρά– που δεν μπορεί να βρει κανείς αλλού σε όλη την Ελλάδα. Στη Θράκη έχουμε μερικούς από τους τελευταίους εξαίρετους τεχνίτες και καλλιεργητές. Εχουμε κοινοτική ζωή και αφομοιωμένη αλληλεγγύη. Πρέπει να είμαστε υπερήφανοι γι’ όλα αυτά. Ακούμε ότι θα γίνουμε στο μέλλον κόμβος ενεργειακός ή στρατιωτικός. Εγώ θα έλεγα ότι ο πλούτος μας είναι ότι είμαστε κόμβος ανθρώπων, διότι από εδώ περνούσαν πάντα οι ξενιτεμένοι, οι διωγμένοι, οι κατακτητές και οι τυχοδιώκτες. Αυτό συμβαίνει και σήμερα. Ομως αντί να αναφερόμαστε σε όλα τα παραπάνω μένουμε μόνο στο προσφυγικό ή το ενεργειακό ζήτημα. Ο Κρητικός, ο Πελοποννήσιος, ο Ροδίτης μάς έχουν συνδέσει με τις κρίσεις. Είναι κρίμα». Συνεπώς; «Πιστεύω ότι πρώτοι εμείς, οι Θρακιώτες, πρέπει να απαιτήσουμε και να επικοινωνήσουμε τα του τόπου μας, ώστε η πολιτική ηγεσία και οι συμπατριώτες μας να μπουν στον κόπο να μας γνωρίσουν καλύτερα, να καταλάβουν τι γίνεται εδώ, σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο Ανατολής και Δύσης. Χρειάζεται ένα καινούργιο ολιστικό όραμα γι’ αυτό το μέρος που είναι φτιαγμένο από τόσο σπάνια υλικά». 

Ορθώς υψώθηκε ο φράχτης

«Ακούστηκε πολλή φασαρία για το αν θα έπρεπε να κατασκευαστεί ο φράχτης στον Εβρο. Εμείς που ζούμε εδώ είδαμε τη χρησιμότητά του. Ηταν κάτι που έπρεπε να υλοποιηθεί, δίνει ασφάλεια στον κόσμο, στους ακρίτες. Οσο για την κριτική, η απάντηση είναι πως αν σταματήσουν οι άλλοι να υψώνουν σύνορα, τότε θα σταματήσουμε και εμείς οι Ελληνες. Αλλά μέχρι τότε δεν γίνεται να είμαστε ανοχύρωτοι, ιδιαίτερα ύστερα από αυτά που ζήσαμε τον Μάρτιο του 2020. Για μένα το πιο σπουδαίο είναι όχι μόνο να φυλάμε τα σύνορα, που το κάνουμε, αλλά να μη γίνουν τα χωριά της περιοχής νεκροχώρια δίχως κατοίκους, διότι τότε θα είναι δύσκολο να αμυνθούμε έναντι οιουδήποτε εισβολέα. Συνεπώς, αυτό πρέπει να είναι το πρωταρχικό μας μέλημα για τη Θράκη, η αναζωογόνηση».

H συνάντηση

Γευματίσαμε ένα μεσημέρι σε κεντρικό σημείο της Ξάνθης, στην ψησταριά του Μέτκου, που είναι Πομάκος. Μας σέρβιρε τα πιο νόστιμα σουτζουκάκια που έχω φάει, με αρνίσιο και μοσχαρίσιο κιμά και μπαχάρια. Το πιάτο ήρθε συνοδευόμενο από ρύζι. Παραγγείλαμε τραγανές πατάτες τηγανητές, κομμένες στο χέρι, και πολίτικη σαλάτα. Ηταν όλα εξαιρετικά και η Αγγελική επέμενε να αναλάβει τον λογαριασμό.

ΠΗΓΗ: kathimerini.grΜαργαρίτα Πουρνάρα

Facebook
Twitter
WhatsApp
Email