Έζησαν όλη τη ζωή τους μέσα στα πλούτη και απολάμβαναν τα προνόμια της εποχής και της περιοχής. Κι όταν έφυγαν, οι συγγενείς τους έβαλαν μαζί τους στον μεγαλοπρεπή τάφο τα νεαρά, άσπρα άλογα, δεμένα στον ζυγό και πίσω τους τις πολυτελείς άμαξες που εν ζωή έσερναν και μετέφεραν τα αφεντικά. Τα μέλη της εύπορης οικογένειας των Ρωμαίων γαιοκτημόνων, που ζούσαν στον βόρειο Έβρο, πέθαναν διαδοχικά, αποτεφρώθηκαν και ενταφιάστηκαν στο ίδιο μέρος, την περίοδο 90-120 μ.Χ., επί αυτοκράτορα Τραϊανού, πολύ κοντά στον δρόμο που οδηγούσε από την Αδριανούπολη στη Φιλιππούπολη. Πάνω από τους τάφους κατασκευάστηκε ένας μεγάλος τύμβος για να θυμίζει τον πλούτο της οικογένειας και να διατηρεί ζωντανή τη μνήμη τους στις επόμενες γενιές.
Η αρχαιολογική έρευνα στον τύμβο της Δοξιπάρας στον βόρειο Έβρο, νότια του ποταμού Άρδα, στη θέση Πλούτος (!), αποκάλυψε τη σπάνια και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πρακτική να συνοδεύουν την ταφή τα άλογα και οι αμαξές τους.
Και παρότι οι ταφές χρονολογούνται στον 2ο μ.Χ. αιώνα, διατηρήθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση και έδωσαν ένα εξαιρετικό ταφικό σύνολο.
Οι πέντε άμαξες του τύμβου συνοδεύονταν από τα δύο υποζύγιά τους και είχαν τοποθετηθεί μέσα σε λάκκους ανοιγμένους στο φυσικό έδαφος. Οι τέσσερις ήταν τετράτροχες και ανοιχτές, η μία δίτροχη και κλειστή. Οι άμαξες βρέθηκαν με όλα τα μεταλλικά λειτουργικά και διακοσμητικά εξαρτήματά τους. Στις δύο από αυτές, τα μεταλλικά στοιχεία παρουσίαζαν έντονη διάβρωση και οι σκελετοί των ζώων ήταν σε κακή κατάσταση διατήρησης. Διατηρούνταν όμως τμήματα και ίχνη των ξύλων. Στις υπόλοιπες τρεις άμαξες τα μεταλλικά στοιχεία και οι σκελετοί των ζώων βρέθηκαν σε καλύτερη κατάσταση, δεν σώθηκαν όμως καθόλου ίχνη ξύλου. Σε όλες τις άμαξες υπήρχαν τα επίσωτρα, τα σιδερένια δηλαδή στεφάνια των τροχών και οι σιδερένιοι δακτύλιοι πλήμνης, του εξαρτήματος που προσαρμοζόταν στον άξονα και επέτρεπε την κίνηση των τροχών. Οι τροχοί είχαν αφαιρεθεί από τους άξονες και είχαν τοποθετηθεί οριζόντια δίπλα ή κάτω από το αμάξωμα.
Στον ταφικό τύμβο της Μικρής Δοξιπάρας-Ζώνης εκτός από τις άμαξες, αποκαλύφθηκαν συνολικά τέσσερις καύσεις νεκρών (οι τρεις άντρες και μία γυναίκα), δύο ταφές αλόγων, δύο τετράπλευροι πλίνθινοι βωμοί με ίχνη πυράς, καμένα οστά ζώων και πολλά σπασμένα πήλινα αγγεία, χάλκινοι λυχνοστάτες, φανάρια, όπλα, κοσμήματα, ξύλινα κιβωτίδια, αλλά και δύο λάκκοι με υπολείμματα προσφορών.
Ο επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων, Διαμαντής Τριαντάφυλλος, ο αρχαιολόγος που είχε την ευθύνη όλα τα χρόνια για την ανασκαφή και έφερε στο φως το περιεχόμενο του τύμβου, μιλά με θέρμη για την ανάδειξη του σημαντικού αρχαιολογικού χώρου.
Όπως λέει στη Voria, «έχουν ξεκινήσει οι εργασίες για την κατασκευή των κτηρίων και των υποδομών που θα αναδείξουν τον τύμβο της Δοξιπάρας και θα κάνουν τον χώρο επισκέψιμο στο κοινό».
Σύμφωνα με τη σύμβαση που υπογράφηκε μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και του ανάδοχου του έργου, θα κατασκευαστεί ένα θολωτό κτήριο, κέλυφο προστασίας των ευρημάτων, με εκθεσιακούς χώρους και αίθουσα πολλαπλών χρήσεων. Επιπλέον θα γίνει ένα βοηθητικό κτήριο με χρήση φυλάκιου και εκδοτήριου εισιτηρίων, αλλά και υπαίθριος χώρος στάθμευσης. Το συνολικό εμβαδόν των κτηρίων είναι περίπου 2.650 τ.μ. και του περιβάλλοντα χώρου περίπου 5.000 τ.μ.
Όλα τα ευρήματα έχουν μετακινηθεί σε ασφαλές μέρος, προκειμένου να συντηρηθούν και να επανατοποθετηθούν στον χώρο όπου βρέθηκαν. Τα πρωτότυπα μέσα σε προθήκες και αντίγραφά τους στο χώμα, έτσι όπως ακριβώς τα αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη.
Παράλληλα, ετοιμάζεται εποπτικό υλικό τόσο για τους τύμβους της Θράκης, όσο και για την αποτέφρωση των νεκρών, τον ενταφιασμό αλόγων με άμαξες και την τεχνολογική εξέλιξη των αμαξών από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι τους νεότερους.
Τα λευκά άλογα του Ομήρου
Τα άλογα της Δοξιπάρας, είναι οι γνωστοί από την αρχαιότητα «ίπποι παρήοροι ή σειραφόροι» και θυμίζουν τα «πιο λευκά κι από το χιόνι», άλογα του βασιλιά των Θρακών Ρήσου, που περιγράφονται από τον Όμηρο. Ο Ρήσος ήταν ο πιο αρχαίος και αγαπητός ημίθεος των Θρακών του Παγγαίου και ο Όμηρος στη δέκατη ραψωδία της Ιλιάδας (Κ, στίχοι 434 κ.ο.κ.) αναφέρει πώς έφτασε με τους Θράκες πολεμιστές του στην Τροία και ρίχτηκαν στη μάχη κατά τον Τρωικό Πόλεμο.
Ζώο δυνατό και υπερήφανο, το άλογο ήταν σημαντικό για το κυνήγι, τον πόλεμο, τις μετακινήσεις κι αργότερα για τις αγροτικές εργασίες, ενώ κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους χρησιμοποιήθηκε στα ιππικά αγωνίσματα. Οι Ρωμαίοι ανέπτυξαν την ιπποφορβία, λόγω των αυξημένων απαιτήσεων του στρατού, των μετακινήσεων του πληθυσμού και των αγώνων κι έτσι ταφές αλόγων έχουν βρεθεί σε πολλές περιοχές του ελληνορωμαϊκού κόσμου.
Η ταφή νεκρών με τη συνοδεία αλόγου και άμαξας μαρτυρά την οικονομική επιφάνεια και την κοινωνική θέση που απολάμβανε ο νεκρός, καθώς πλην του τάφου έπρεπε να κατασκευαστεί και μεγάλος τύμβος, ένα πολυδάπανο έργο, τα έξοδα του οποίου μόνο μια εύπορη οικογένεια μπορούσε να αναλάβει.
Στην περίπτωση της Δοξιπάρας, ο τόπος κατοικίας της οικογένειας είναι άγνωστος. Μπορεί να έμεναν σε κάποιους από τους οικισμούς που έχουν ανασκαφεί στα γειτονικά χωριά Δόξα και Ζώνη ή ακόμη και σε μια άγνωστη αγροικία, σαν αυτή που ανασκάφηκε στη θέση Αλμύρα ή εκείνη στον κοντινό τύμβο του Σβιράτζι, στην περιοχή του Ιβαΐλοβγκραντ στη Βουλγαρία.
Σε παλαιότερες δηλώσεις της από τον τύμβο της Δοξιπάρας η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, είχε προτείνει η αρχαιολογική διαδρομή που θα σχεδιαστεί και θα περνά από τη Δοξιπάρα, να φτάνει ως το Ιβαΐλοβγκραντ, σε απόσταση μόλις 5 χιλιομέτρων, για να βλέπει ο επισκέπτης και τους δύο τύμβους. Σημειώνεται πάντως πως σε αυτόν του Σβιράτζι, έχουν βρεθεί μόνο εξαρτήματα άμαξας, καθώς ο τύμβος ήταν συλημένος.
Ένα εξίσου ενδιαφέρον στοιχείο για τον τύμβο της Δοξιπάρας είναι πως τα αγγεία που βρέθηκαν είναι παρόμοια με αυτά που έχουν εντοπιστεί στην Πομπηία και άλλες ρωμαϊκές πόλεις, έτσι δεν αποκλείεται κάποια από αυτά να είχαν εισαχθεί από μέρη του ρωμαϊκού κόσμου και άλλα να κατασκευάστηκαν σε τοπικό εργαστήριο.
Πηγή: voria.gr