Ο κλάδος τα τελευταία χρόνια μετρά συνεχώς απώλειες και προβλήματα, τα όποια μέτρα και αν δόθηκαν κατά καιρούς από τις εκάστοτε κυβερνήσεις δεν στάθηκαν ικανά για την αντιστροφή και την ανάταση της κατάστασης…
Στα «κάγκελα» βρίσκεται ξανά η εστίαση μετά και την επαναφορά του 24% ΦΠΑ στον καφέ, στα ροφήματα και στα μη αλκοολούχα ποτά. Αύξηση που επιβαρύνει κατά πολύ την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και αναπόφευκτα ήδη φαίνεται στο λογαριασμό των πελατών. Ο κλάδος συνεχίζει να βάλλεται δηλώνουν οι επαγγελματίες του Έβρου, κρούοντας κώδωνα για λουκέτα πριν τη… δύση του έτους, κάνοντας λόγο για αθέμιτο ανταγωνισμό που σε συνδυασμό με την πιθανή νέα ανατίμηση στην πρώτη ύλη εντείνει τις πιέσεις στον κλάδο.
Ο συντελεστής ΦΠΑ στο σερβιριζόμενο καφέ επέστρεψε στο 24% μετά από τέσσερα χρόνια που είχε προσγειωθεί στο 13% λόγω της πανδημίας. Αντίθετα, στο 13% παραμένει μόνιμα ο συντελεστής ΦΠΑ για τον καφέ που παραγγέλνει ο καταναλωτής με delivery ή όταν επιλέγει να τον πάρει take away δηλαδή «στο χέρι».
Ενέργεια, της κυβέρνησης που έχει προκαλέσει την αντίδραση των επαγγελματιών, όπως αναφέρει ο πρόεδρος του σωματείου καφέ – εστιάσης Αλεξανδρούπολης Αλέξανδρος Χαλκιάς. Οι επαγγελματίες εκτιμούν ότι είναι πιθανό να υπάρξει αύξηση της τιμής καφέ μεταξύ 20 και 30 λεπτών, με συνέπεια σε αρκετές καφετέριες και άλλες επιχειρήσεις ο καφές να κοστίζει γύρω στα τέσσερα, συν-πλην, ευρώ.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων απέστειλε επιστολή προς τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη αναφέροντας μεταξύ άλλων πως: «Μας είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθούμε με ποια λογική προχωράτε σε αυτή την αύξηση, όταν ήδη ο καφές επιβαρύνεται και με ειδικό φόρο κατανάλωσης, από το 2017. Ο αυξημένος ΦΠΑ, από τις επιχειρήσεις εστίασης που θα κληθούν να τον εφαρμόσουν, θα μετακυλιστεί εξ ολοκλήρου στον καταναλωτή, δεδομένου ότι η διεθνής τιμή του καφέ το τελευταίο εξάμηνο έχει αυξηθεί στην μεν ποικιλία Arabica κατά 17% στη δε ποικιλία Robusta κατά 50%!!»
Και σαν μην έφτανε αυτό…την ίδια ώρα φαίνεται πως έτος φορολογικών ανατροπών είναι το 2024 για πάνω από 735.000 ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και ατομικές επιχειρήσεις.
Καθώς ο τεκμαρτός τρόπος υπολογισμού θα αυξήσει την μέση φορολογητέα ύλη, για τους αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες κατά 12.000 ευρώ ανά εκκαθαριστικό, ενώ ο μέσος φόρος ανά εκκαθαριστικό, θα ξεπεράσει τα 1.400 ευρώ, μεσοσταθμικά περίπου διπλάσιος και σε πολλές περιπτώσεις πολλαπλάσιος της περσινής χρονιάς.
Ελεύθερος επαγγελματίας ή επιτηδευματίας ή αυτοαπασχολούμενος τεκμαίρεται ότι προσφέρει εργασία τουλάχιστον ίσης αξίας και αμοιβής με αυτή του εργαζομένου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό.
Έτσι με αυτόν τον τρόπο καθιερώνεται πλέον ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο καθαρό εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες ή επιτηδευματίες ή αυτοαπασχολούμενους που δεν μπορεί να υπολείπεται των 10.920ευρώ για το έτος 2023 και έως του ποσού των 50.000 ευρώ.
Οι επαγγελματίες λένε πως θα προτιμήσουν να διακόψουν την δραστηριότητά τους, είτε αληθινά, οπότε θα αναζητήσουν μισθωτή εργασία ή θα προστεθούν στους ανέργους ή άλλοι θα διακόψουν ψευδώς, εργαζόμενοι απολύτως παράνομα και κάποιοι θα λειτουργήσουν ως εταιρείες – συνεταιρισμοί επιχειρήσεων για την μείωση της φορολογίας και την αύξηση των εισοδημάτων τους.