Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης
Η αφετηρία της παρουσίας του Ελληνισμού που ζούσε μέχρι τη Γενοκτονία, στον Εύξεινο Πόντο, στη Θράκη, στην Καππαδοκία, στην κεντρική Μικρά Ασία Πόντου ξεκινά από το μύθο και καταλήγει στην ιστορική πραγματικότητα. O 9ος άθλος του Ηρακλή σχετίζεται με τον Πόντο όπου παίρνει με τη βοήθεια του Θησέα τη ζώνη της Ιππολύτης, της βασίλισσας των Αμαζόνων. Ένας άλλος μύθος τον φέρνει στον Καύκασο για να απελευθερώσει τον Προμηθέα, ο μύθος συνεχίζεται με το Φρίξο και την Έλλη και το Χρυσόμαλλο Δέρας και με την Αργοναυτική εκστρατεία με επικεφαλής τον Ιάσονα.
Σημαντικός σταθμός αποτελεί στη συνέχεια ο αποικισμός των Ελλήνων που ξεκινά το 1100 π.Χ., με τη Μίλητο η οποία δημιουργεί τη Σινώπη στον Πόντο, ενώ ακολούθησαν η Τραπεζούντα, η Κερασούντα, η Αμισός, η Οδησσός και εκατοντάδες άλλες πόλεις .
Στα χρόνια της περσικής κυριαρχίας ο Ελληνισμός επεκτείνει την επιρροή του, η αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλέξανδρου κυριαρχεί την περιοχή, ενώ στη Ρωμαϊκή περίοδο διαδίδεται ο Χριστιανισμός από τους απόστολους Ανδρέα και Πέτρο.
Στην περίοδο του Βυζαντίου η ελληνική πολιτισμική ταυτότητα είναι η κυρίαρχη, ωστόσο η άλωση από τους Οθωμανούς της Κωνσταντινούπολης το 1453 και της Τραπεζούντας το 1461 είχε σαν αποτέλεσμα τις σφαγές και το βίαιο εξισλαμισμό των Ελλήνων. Ανάμεσα στους πληθυσμούς που εξισλαμίστηκαν παρατηρήθηκε το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού, που θα λάβει ανυπολόγιστες διαστάσεις. Από τις αρχές του 18ου αιώνα ο Ελληνισμός ανακτά την πίστη του στην ελευθερία, ενισχύει την παλιγγενεσία και αναπτύσσεται δημογραφικά: το 1914 ήταν σχεδόν 3.000.000 και εξ αυτών οι 700.000 στον Πόντο, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι κρυπτοχριστιανοί και όσοι είχαν φύγει για να γλυτώσουν από τις διώξεις και τις δολοφονίες.
Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας ξεκινά το 1908 και κρατά μέχρι την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η δεύτερη περίοδος ξεκινά το 1914 και κρατά μέχρι το 1918, ενώ το χρονικό διάστημα 1919-1923 αποτελεί το πιο έντονο μέρος της Γενοκτονίας.
Σχεδόν 1.000.000 Έλληνες, 353.000 εξ ΄ αυτών στον Πόντο δολοφονήθηκαν εξόντωση η οποία αποτελεί Γενοκτονία, στον τύπο της σύμφωνα με το άρθρο 2 της σχετικής Σύμβασης του ΟΗΕ, αλλά και στην ουσία της έννοιας της γενοκτονίας.
Όσοι σώθηκαν κατέφυγαν στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, αγωνιζόμενοι όμως, παρόλα τα προβλήματα και τα εμπόδια, για το δικαίωμα στην ιστορική αναφορά και τη μνήμη για την αναγνώριση της Γενοκτονίας, με πρωτοπόρους τους σημαντικούς διανοούμενους, τα σωματεία, τους συλλόγους, τις ομοσπονδίες.
Μέχρι σήμερα την γενοκτονία των Ελλήνων έχουν αναγνωρίσει, εκτός της Βουλής των Ελλήνων, η Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, το κοινοβούλιο της Σουηδίας και της Αρμενίας, το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο της Νότιας Αυστραλίας και της Νέας Νότιας Ουαλίας, πολιτείες και δήμοι των ΗΠΑ, δημοτικές αρχές του Καναδά, ενώ οργανισμοί και επιστημονικές ενώσεις όπως το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του ΟΗΕ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Οργανισμός για τη Συνεργασία στην Ευρώπη, η Διεθνής Ένωση Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών, έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα.
Η Γενοκτονία, είναι ένα σημαντικό ζήτημα στις διεθνείς σχέσεις σχετιζόμενο με την υποχρέωση όλων των θεσμών της διεθνούς κοινότητας να αναγνωρίσουν τη Γενοκτονία που διαπράχθηκε και να αποκαταστήσουν τη βλάβη που υπέστησαν τα θύματα.
Το έγκλημα της Γενοκτονίας ορίζει τις υποχρεώσεις όχι μόνο στο κράτος που διέπραξε τη Γενοκτονία, δηλαδή στην Τουρκία, αλλά σε ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα να μην αναγνωρίσει ως νόμιμη μία κατάσταση που δημιουργήθηκε από ένα έγκλημα, να μη βοηθήσει το θύτη να διατηρήσει την παράνομη κατάσταση. Επιβάλλει δηλαδή στη διεθνή κοινότητα την υποχρέωση να μην αναγνωρίσει μία παράνομη κατάσταση ως αποτέλεσμα της Γενοκτονίας, να μην αρνείται το μαζικό έγκλημα και να προβεί στις ενέργειες επανόρθωσης, αποκατάστασης και αποζημίωσης.
Σήμερα που άλλοι λαοί υφίστανται από κράτη νέες Γενοκτονίες πρέπει να γίνει το πρώτο βήμα για την αναγνώριση του μαζικού εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων. Αυτοί που επιδίωξαν με τη βία να εξαφανιστεί ο Ελληνισμός και ο πολιτισμός του δεν το κατάφεραν. Σήμερα ο Ελληνισμός έχει το δικαίωμα να απαιτεί με την αναγνώριση των εγκλημάτων που διαπράχτηκαν σε βάρος του. Μάλιστα όσο μεγαλύτερη είναι η αδικία, όταν σχεδόν το 50% των Ελλήνων εξαφανίσθηκαν όσο περισσότερο χρόνο αποκρύφτηκαν τα γεγονότα, τόσο πιο έντονο προβάλλει το καθήκον μας για αγώνα αναγνώρισης. Αναγνώριση η οποία είναι ένας ουσιαστικός τρόπος ενάντια στο έγκλημα της Γενοκτονίας, αναγνώριση που αποτελεί μία επιβεβαίωση του δικαιώματος του Ελληνισμού να γίνει σεβαστή η ύπαρξή του σύμφωνα με το δίκαιο και την ιστορική αλήθεια.
Θεοφάνης Μαλκίδης
Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
Μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών