Ο κ.Τοπαλούδης αρχίζοντας την κατάθεση του, ζήτησε συγγνώμη από το δικαστήριο για τις στιγμές έντασης που υπήρχαν στις προηγούμενες συνεδριάσεις του δικαστηρίου. Αναφερόμενος στη συνέχεια στον χαρακτήρα και την προσωπικότητα της κόρης του, είπε πως «Ήταν πρόσχαρη, ευδιάθετη, συνεπής στα μαθήματα, συμμετείχε σε όλες τις δραστηριότητες. Ήταν υπεύθυνη και ήθελε να βοηθάει τους συνανθρώπους της πάντα, αυτό της είχαμε εμφυσήσει. Ήταν πάντα άνθρωπος. Αυτά ήταν τα όπλα που δώσαμε στο παιδί μας».
Ο κ. Τοπαλούδης περιέγραψε στο δικαστήριο τις τελευταίες τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχαν με την Ελένη στις 26 και 27 Νοεμβρίου.
«Την Τετάρτη δυστυχώς δεν απαντούσε στα τηλέφωνα. Την επόμενη ημέρα άρχισε να μας κυριεύει το άγχος. Άρχισαν να μας κυριεύουν οι άσχημες σκέψεις. Την Παρασκευή πήραμε κι άλλα τηλέφωνα, τον σπιτονοικύρη, φίλους και τελικά πήγαμε στο ΑΤ στο Διδυμότειχο και κάναμε δήλωση εξαφάνισης.
Την ίδια ημέρα αργότερα με πήρε τηλέφωνο ένας αστυνομικός, συγγενής μας και πήγα στο αστυνομικό τμήμα. Αμέσως κατάλαβα. Είδα το βλέμμα συμπόνιας στους αστυνομικούς και τα δακρυσμένα μάτια. Εκεί έπεσε όλος ο κόσμος μου, ήρθε ένα απόλυτο κενό στη ψυχή μας. Όταν γύρισα σπίτι δεν μπορούσα να πω κάτι, απλά έκανα ένα απλό νεύμα. ..Να μην συμβεί σε κανέναν να δει μία μάνα να κλαίει και να μαλλιοτραβιέται όταν ακούει τον θάνατο του παιδιού της».
Ο πατέρας της Ελένης μίλησε και για τις δύσκολες ημέρες που ακολούθησαν όταν πήγαν στην Ρόδο .«Προσπαθήσαμε να μαζέψουμε κομμάτια μας, να βρούμε αεροπορικά εισιτήρια και να πάνε στη Ρόδο. Εγώ δεν άντεξα να μπω στο νεκροτομείο. Μπήκε μόνο ο αδελφός μου. Την επόμενη ημέρα μας έδωσαν κλειδιά από διαμέρισμα της Ελένης. Είναι το δεύτερο πιο συγκλονιστικό που βιώνει ένας γονιός που έχει χάσει το παιδί του. Τρέχανε τα δάκρυα όταν μπήκαμε στο σπίτι. Αυτό που μου έκανε εντύπωση πως το πλυντήριο ήταν ακόμα αναμμένο. Είχε αποτσίγαρα και στο τραπέζι κάποιες τσιχλίτσες. Πήρα όλα τα πράγματα της, ήταν οι αναμνήσεις μας. Πήρα ακόμα και τα φρούτα που είχε αγοράσει διότι τα είχε πάρει για το εαυτό της και τα έριξα μέσα στο τάφο. Δεν ήθελα να αφήσω τίποτα που ήταν της Ελένης».
Αναφερόμενος στο βιασμό που είχε βιώσει η Ελένη τον προηγούμενο χρόνο από τη δολοφονία της επισήμανε ότι «η Ελένη από τότε ζούσε σε κλίμα εκβιασμού. Το κορίτσι μας βίωνε το ψυχολογικό γολγοθά των εκβιασμών. Γιατί δεν το είπε σε μας; Είμαστε σίγουροι ότι ζούσε τον γολγοθά της».
Για τους κατηγορούμενους ο Γιάννης Τοπαλούδης αναρωτήθηκε: «τι να σχολιάσω; ότι πήγαιναν για καφεδάκια, γυμναστήρια, συνέχιζαν την ζωούλα τους μετά το έγκλημα; Ότι αυτός (σ.σ κατηγορούμενος με Αλβανική καταγωγή) είχε ξαναβιάσει και μάλιστα κορίτσι ΑΜΕΑ. Είμαι σίγουρος ότι στο σπίτι κολαστήριο πήγαν και άλλα κοριτσάκια. Η Ελένη αντιστάθηκε για αυτό συνέβη όλο αυτό. Αν δεν ήταν η Ελένη μας θα ήταν κάποιο άλλο κοριτσάκι. Για εμάς, οι γονείς των κατηγορουμένων είναι οι ηθικοί αυτουργοί και της δολοφονίας Ελένης και των ίδιων τους παιδιών. Όταν έβγαζαν τα μαχαίρια από δημοτικό, όταν ήταν ο φόβος και ο τρόμος, τι έκαναν για τα παιδιά τους; Απολύτως τίποτα αλλά το έπαιζαν και νταήδες.
Ενίσχυαν την θρασύδειλη συμπεριφορά των παιδιών τους. Έβριζαν και έφτυναν τους εκπαιδευτικούς. Εξαφάνιζαν οτιδήποτε έπρεπε να εξαφανιστεί, στρώμα, κινητά κ.ά. Και η γιαγιά και ο θείος άκουγαν κραυγές τρόμου κόρη μας. Το παιδί μας σπάραζε και αυτοί έκαναν τους κουφούς».
Ο Γιάννης Τοπαλούδης ζήτησε μάλιστα «τα ισόβια να είναι ισόβια για τέτοια ειδεχθή εγκλήματα ενώ τόνισε ότι θα πρέπει στο ΠΚ να μπει ο όρος γυναικτοκτονία και οικογενειοκτονία… Εγώ και η μητέρα της Ελένης είμαστε ψυχικά νεκροί. Ξέρετε ποιες ήταν οι τελευταίες λέξεις του παιδιού μου «θα σας βρει ο πατέρας μου!» Ποιος πατέρας θα μπορούσε να αντέξει να ηχούν αυτές οι λέξεις καθημερινά στα αυτιά του; Όμως αντέχουμε διότι νιώθουνε ένα χρέος απέναντι στην κοινωνία, καμία άλλη γυναίκα να μην κακοποιηθεί».
Μητέρα Ελένης Τοπαλούδη: “Μόνο τη λακκούβα που ανοίξανε θυμάμαι, το χαντάκι”
Ως ένα καλό παιδί με φιλότιμο, καλοσυνάτο χωρίς πονηριά, που πίστευε στο καλό περιέγραψε την κόρη της η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη.
«Έδινε και έπαιρνε. Δεν ήταν πονηρό παιδί. Τα έδινε όλα. Στο σπίτι μας υπάρχει χαρά, φιλοξενία, δόσιμο. Όταν βγήκαν αποτελέσματα και πέρασαν στη Ρόδο, εμείς κλαίγαμε. Πως δεν την έφερα στην Κομοτηνή; Έχω μετανιώσει χίλιες φορές. Πως την άφησα σε αυτό το νησί των βιαστών και των δολοφόνων;» Η τραγική μάνα περιέγραψε στο δικαστήριο πως το όνειρο της κόρης της ήταν να μπει στο διπλωματικό σώμα. «Της έλεγα να προσπαθεί, τίποτα δε μας χαρίζεται, τα αγαθά κόποις κτώνται. Εγώ και ο πατέρας της με την αξία κάναμε ό, τι κάναμε. Εδώ και 40 μήνες και 3 ημέρες δυστυχώς εγώ αδυνατώ να πάω στο σχολείο».
Περιγράφοντας πώς έμαθε το τι συνέβη στο παιδί της, είπε πως «με την Ελένη μιλάγαμε κάθε ημέρα στο τηλέφωνο. Στα σόσιαλ σχεδόν ποτέ. Θυμάμαι ότι είχαμε μιλήσει Σαββατοκύριακο και μου έλεγε τι φαγητά θέλει όταν θα έρθει. Δευτέρα, Τρίτη μιλήσαμε. Από την Τετάρτη αρχίσαμε να ψάχνουμε. Πέμπτη με έζωσαν τα φίδια. Παρασκευή πήγαμε στο ΑΤ και μπήκε σε ένα υπολογιστή έψαξα και δε μου άρεσε το ύφος του. Μας είπε «όλα καλά θα πάνε»… Από όταν το μάθαμε, δεν θυμάμαι τίποτα, μόνο ένα σκοτάδι, κενό. Μόνο τη λακκούβα που ανοίξανε θυμάμαι, το χαντάκι…
Εισαγγελέας: Πως ήταν το προηγούμενο διάστημα η Ελένη;
Μητέρα: Μία χαρά ήταν Ελένη.
Στο δικαστήριο κατέθεσε και η Σοφία Γκούγκουρα, πραγματογνώμονας της ΕΛ.ΑΣ., η οποία εξέτασε τα όσα προέκυψαν από τα στοιχεία DNA που συνέλλεξε η αστυνομία από το σπίτι στη περιοχή Πεύκοι στη Ρόδο όπου η Ελένη κακοποιήθηκε βάναυσα.
«Βρέθηκαν κηλίδες αίματος μεταξύ άλλων στο μπάνιο, στο ταβάνι, στους τοίχους, στα πλακάκια του μπάνιου, στο χώρο της κουζίνας, στο πάτωμα, στη σφουγγαρίστρα και στον κουβά. Το σίδερο δεν έδωσε κάτι αξιοποιήσιμο για την ανάλυση. Έμαθα ότι ήταν και στη θάλασσα. Το σπίτι είχε στοιχεία που έδειχναν ότι είχε καθαριστεί για παράδειγμα στο μπάνιο.Το DNA πρέπει να το σκεφτούμε ως μία χαρτογράφηση. Όταν υπάρχει διασπορά βιολογικού υλικού σε όλο το σπίτι, υποδεικνύει ότι πιθανόν ότι υπήρχε μετακίνηση».
ΠΗΓΗ: enikos.gr – Άννα Κανδύλη