Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
“Σαμοθράκη” Ιδας (Ίων Δραγούμης)
O Οκτώβριος του 1922, είναι για τους Θράκες ένα μαύρο ορόσημο στην ελληνική ιστορία, γιατί τότε συντελέστηκε η βίαιη και εσπευσμένη εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον Ελληνικό πληθυσμό και τον Ελληνικό στρατό για να παραδοθεί στην Τουρκία, που δεν πολέμησε για να την καταλάβει.
Η εκκένωση αυτή, δεν είχε τα χαρακτηριστικά των μεγάλων σφαγών και των πυρκαγιών που συνέβησαν στην Σμύρνη και σε άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας. Ωστόσο δεν έλειψαν τα περιστατικά βίας και αρπαγών από τους διωγμένους Έλληνες.
Το Νοέμβριο του 2018 σε μια ομιλία μου στην Ορεστιάδα, με την ευγενική πρόσκληση του Λαογραφικού και Ιστορικού Μουσείου της πόλης με θέμα “Η δραματική εκκένωση της Ανατολικής Θράκης το 1922 – Μια αφήγηση, ένας λυγμός, μια διεθνής ατιμία”, είχα τονίσει μεταξύ άλλων ότι στα κείμενα των ανταποκρίσεων των ελληνικών εφημερίδων για την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης, παρατήρησα ότι πολύ συχνά γίνεται χρήση της λέξης Φρίκη και παραγώγων της. Φρικώδης, Φρικαλέα, Φρικίασις, Φρικιαστικό… Κι έτσι ήταν εκείνα τα γεγονότα…
Η συμφορά, άρχισε από τα Μουδανιά. Η διάσκεψη των στρατηγών των Συμμαχικών Δυνάμεων στα Μουδανιά, στις 28 Σεπτεμβρίου 1922, με την Ελλάδα απούσα, είχε προδιαγράψει την τύχη της Ανατολικής Θράκης. Παραχώρηση στους Τούρκους, που δεν πολέμησαν όταν την απελευθέρωσαν οι Έλληνες τον Ιούλιο του 1920. Ούτε πολέμησαν για να την ανακαταλάβουν.
Σήμερα, με βάση αρχειακή έρευνα, στο εξαιρετικό Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, θα παρουσιάσω μια περαιτέρω διερεύνηση του θέματος των διαδικασιών της εκκένωσης της Ανατολικής Θράκης, που αποτελεί μια ακόμη ματιά στην μεγάλη πληγή της Θράκης.
Πριν πούμε οτιδήποτε, αξίζει να αναφέρουμε ότι η Τουρκία είχε αποφασίσει να εξοντώσει τις μειονότητες, που συγκροτούσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ήδη είχαν προηγηθεί μετά τους Βαλκανικούς πολέμους απηνείς διωγμοί κατά των Ελλήνων της Θράκης και της Μικράς Ασίας. Όλοι γνωρίζουμε για το “Μαύρο Πάσχα” των Θρακών στις 6 Απριλίου 1914 και όσα επακολούθησαν, δηλαδή μιλάμε για τις γενοκτονίες των ετών 1915-1918 εναντίων των Ποντίων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων.
Πρόγραμμα εξόντωσης των Χριστιανών
Τα κακά μαντάτα ήρθαν από την πλευρά της Γαλλίας, αν και όλοι οσμίζονταν το τσουνάμι που έρχονταν.
Χαρακτηριστικά ο Γάλλος πρόξενος της Αδριανούπολης κατά την επιστροφή του από επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη, που είχε συνταξιδέψει με τον Ισμέτ πασά, ο οποίος πήγαινε στη Λωζάννη, δήλωσε ότι “θεωρεί αδύνατον περαιτέρω, συμβίωσιν Χριστιανών και Τούρκων, οίτινες έχουσι πρόγραμμα εξοντώσωσι Χριστιανούς.
Ούτος πρότερον επεζητεί παντί τρόπω αποτρέψει Χριστιανούς Θράκης μεταναστεύσωσι, μη οκνήσας αποδοκιμάση μετανάστευσιν εις ημετέρας αρχάς, επιζητούσας δήθεν δημιουργίαν ζητήματος”. Την εφιαλτική αυτή διαπίστωση του Γάλλου πρόξενου που δεν ήθελε την μετακίνηση των πληθυσμών, μετέφερε προς το υπουργείο Εξωτερικών ο στρατηγός Γεώργιος Κατεχάκης, που είχε διορισθεί γενικός διοικητής Θράκης στην Αδριανούπολη, στα τέλη του Σεπτεμβρίου 1922.
Ζωή εφιαλτική, ανατολικά του Έβρου
Η ζωή των προσφύγων, που έφευγαν από την Ανατολική Θράκη με κάθε μέσον ώστε να προλάβουν να περάσουν στην Ελληνική Δυτική Θράκη, ήταν εφιάλτης… Στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και στα λιμάνια μεγάλοι συνωστισμοί. Και στους λασποδρόμους απέραντες σειρές με βοϊδάμαξες και απελπισμένους πεζούς.
Από τις αρχές του μαρτυρικού εκείνου Οκτωβρίου ο Γενικός Διοικητής Θράκης στρατηγός Γεώργιος Κατεχάκης, ενημέρωσε το υπουργείο Εξωτερικών και τον διοικητή Στρατιάς Θράκης στρατηγό Κωνσταντίνο Νίδερ, που ήταν με το επιτελείο του στην Ραιδεστό, ότι “ουδεμία υφίσταται εις την Ανατολικήν Θράκην, ιδία εις την ύπαιθρον” παρά τα δρακόντεια μέτρα που λαμβάνονται.
Το υπουργείο Εξωτερικών συνιστούσε στενή επαφή και συνεργασία με τις συμμαχικές αρχές για την προστασία των Χριστιανών, που είχαν αρχίσει να μεταναστεύουν στη Δυτική Θράκη και αν χρειασθεί, να παραταθεί η παραμονή του στρατεύματος, μέχρι του ανωτάτου ορίου των προθεσμιών, που δόθηκαν. Ταυτόχρονα ειδοποιήθηκαν οι πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γαλλίας για την κατάσταση αυτή.
Ο Κατεχάκης όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του στην Αδριανούπολη ενημέρωσε το υπουργείο Εξωτερικών ότι εξέδωσε διαταγές προς τις πολιτικές αρχές, ότι πρέπει να παραμείνουν στις θέσεις τους έως ότου διαταχθεί από τον ίδιο η αποχώρηση. Κάποιοι δημόσιοι υπα΄λληλοι της υποδιοικήσεως Μαλγάρων που εγκατέλειψαν τις θέσεις τους παραπέμφθηκαν στο στρατοδικείο. Η Χωροφυλακή ήταν ανίσχυρη και πολλές φορές ζητούσε τη βοήθεια του στρατού για να επιβάλει την ασφάλεια.
Επιθέσεις και κακουργήματα εις βάρος των προσφύγων
Τα πρώτα δημοσιεύματα του Τύπου ανέφεραν ότι συμμορίες Τούρκων τσετών, μόλις άρχισε η εκκένωση, άρχισαν τις βιαιοπραγίες και τις αγριότητες κατά του ελληνικού στοιχείου, υπό τα όμματα τμημάτων του Γαλλικού στρατού. Ένα από τα πρώτα επεισόδια αφορούσε την απαγωγή οκτώ κοριτσιών από το χριού Οκλαλή της Σηλυβρίας. Στις Μέτρες απαγχόνισαν τον πρόκριτο Βαλάσογλου και ανασκολόπισαν επί πασάλου τον πρόκριτο ιατρό Χουρμουζιάδη.
Στις 4 Οκτωβρίου 1922 ο διοικητής της Στρατιάς Θράκης στρατηγός Κ. Νίδερ, ειδοποίησε με έγγραφό του τη Διασυμμαχική Επιτροπή, αλλά και το υπουργείο Στρατιωτικών στην Αθήνα, για τα κακουργήματα που συνέβαιναν εις βάρος των προσφύγων. Μεταξύ άλλων:
Δεκαοχτώ οικογένειες που είχαν αναχωρήσει με κάρα από το χωριού Γιουργουτλού της περιοχής Χαριούπολης, βαδίζοτνας προς τη Ραιδεστό, δέχτηκαν επίθεση από 200 Οθωμανούς, σύμφωνα με ειδοποίηση των χωρικών Δημήτριου Γούναρη και Γεώργιου Κόκοτα, που μπόρεσαν να διαφύγουν. Δεν πρόλαβαν μάλιστα να αντιληφθούν αν οι 25 συγχωριανοί τους που επέβαιναν στα κάρα, δολοφονήθηκαν όλοι ή αν κάποιοι γλίτωσαν. Άκουσαν μόνο φωνές και κατάλαβαν ότι είχε σκοτωθεί ένα άτομο και συνελήφθη αιχμάλωτος ένας στρατιώτης που συνόδευε τους πρόσφυγες. Άκουσαν επίσης πυροβολισμούς από το χωριό Σουσούζ Μουσελίμ και υπέθεσαν ότι οι Οθωμανοί επιτέθηκαν και στον εκεί Αστυνομικό Σταθμό.
Στην περιφέρεια των Μαλγάρων έξω από το χωριό Καρά Μουράτ, άλλοι Οθωμανοί επιτέθηκαν εναντίον είκοσι ποιμένων, που οδηγούσαν 4.000 πρόβατα και 100 βόδια που ανήκαν στους κατοίκους του χωριού Νέον Σχολάριον (Ισεκλάρ) και άρπαξαν όλα τα ζώα. Δύο κάτοικοι κατόρθωσαν να διαφύγουν και να ειδοποιήσουν τις στρατιωτικές αρχές, αλλά δεν γνώριζαν για την τελική έκβαση της επίθεσης. Τους ποιμένες συνόδευαν και δύο αδειούχοι στρατιώτες Θράκες στην καταγωγή (σσ. Εκείνες τις μέρες είχαν δοθεί άδειες στους στρατιώτες Θρακικής καταγωγής για να μπορούν να βοηθήσουν τις οικογένειές τους, που εγκατέλειπαν τις πατρίδες τους).
Σε άλλη περίπτωση, σύμφωνα με τηλεγράφημα του νομάρχη Έβρου Σ. Γρηγορίου, Αινίτες που ζούσαν στη Δυτική Θράκη, πήραν ιστιοφόρα και πήγαν να σώσουν τις οικογένειές τους. Μόλις όμως προσέγγισαν στην ακτή της Αίνου άκουσαν πυκνούς πυροβολισμούς και είδαν γυναίκες να τρέχουν προς την κατεύθυνση δυτικά του ποταμού Έβρου, φωνάζοντας απελπισμένες ότι σφάζουν τον κόσμο οι Τούρκοι.
Ο γενικός διοικητής Θράκης, ανέφερε με τηλεγράφημά του προς τις στρατιωτικές αρχές ότι κάτοικοι της Σηλυβρίας, ζητούσαν να καθυστερήσει η αποχώρηση των στρατιωτικών μονάδων της περιοχής, έως ότου αναχωρήσουν οι κάτοικοι, ανάμεσα στους οποίους είχε αρχίσει να εξαπλώνεται πανικός.
Οι πολιτικές αρχές των Μαλγάρων τηλεγραφούσαν μετά την αποχώρηση των Χριστιανικών οικογενειών κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, ότι διασαλεύθηκε επικίνδυνα η τάξη. Καθημερινά σημειώνονταν επιθέσεις ένοπλων Τούρκων κατά των εναπομεινάντων χωρικών. Στα Μάλγαρα εξαιτίας της έλλειψης μεταφορικών μέσων είχαν ξεμείνει περίπου 200 οικογένειες. Τα γυναικόπαιδα σε κατάσταση αλλοφροσύνης ικέτευαν προς κάθε κατεύθυνση να αποσταλούν μεταφορικά μέσα για να διασωθούν από τον ολοφάνερο κίνδυνο που τους απειλούσε.
Ο υποδιοικητής της Βρύσης (Μπουνάρ Χισάρ) τηλεγραφούσε ότι έξω από το χωριού Γιουβάνκιοϊ της περιφέρειας Αρκαδιούπολης (Λουλέ Μπουργκάς) εθεάθησαν 40 ένοπλοι Μουσουλμάνοι. Πρόσφυγες που διέρχονταν έξω από το χωριό Τοζακλή υπέστησαν επίθεση από τους Μουσουλμάνους κατοίκους αυτού του χωριού. Ο ίδιος υποδιοικητής ειδοποιούσε επίσης ότι υπάρχει κίνδυνος επίθεσης από Μουσουλμάνους εναντίον κατοίκων, που δεν είχαν αναχωρήσει ακόμα και των ελληνικών αρχών, που ανέμεναν να παραδώσουν τις περιφέρειές τους σε διασυμμαχικές επιτροπές.
Επίθεση σε σταθμό Χωροφυλακής στο Σκοπό
Στις 10 Οκτωβρίου ένοπλοι Τούρκοι αντάρτες επιτέθηκαν με χειροβομβίδες λίγο μετά τα μεσάνυχτα εναντίον του σταθμού χωροφυλακής του Σκοπού Σαράντα Εκκλησιών. Η επίθεση επαναλήφθηκε στη 1:30 μμ τις επόμενης και κράτησε 1,5 ώρα. Ευτυχώς δεν υπήρξαν θύματα. Σε πολλά χωριά της περιφέρειας εμφανίσθηκαν ομάδες ένοπλων Τούρκων ανταρτών. Την ίδια ημέρα, κάτοικοι του Σκοπού, που πήγαιναν στις Σαράντα Εκκλησιές δέχτηκαν επίθεση από Τούρκους χωρικούς. Ένας χωρικός τραυματίσθηκε, ενώ σκοτώθηκε ο γιος του και άλλοι τρεις χωρικοί.
Στις 13 Οκτωβρίου 1922, ο υποδιοικητής της Μακράς Γέφυρας Δημήτριος Αποστολίδης ειδοποιούσε ότι κοντά στο χωριού Καστανιά (Καταμπόλ) ένα απόσπασμα Χωροφυλακής πυροβολήθηκε από ένα παρακείμενο ύψωμα. Αυτό επαναλήφθηκε και την επόμενη ημέρα, ευτυχώς χωρίς θύματα. Οι εκπρόσωποι της διασυμμαχικής αντιπροσωπείας τα γνώριζαν αυτά, ενώ ο υποδιοικητής ζήτησε ενίσχυση των αποσπασμάτων και με συμμαχικές δυνάμεις, γιατί η περιφέρεια ήταν μεγάλη και η δημόσια τάξη διασαλευμένη. Οι εκπρόσωποι των συμμάχων απάντησαν ότι έχουν εντολή να διαπιστώνουν ότι έφυγαν οι Έλληνες.
Ο υποδιοικητής τους εξήγησε ότι έχει μεν αναχωρήσει όλος ο πληθυσμός, αλλά μερικοί επιστρέφουν για να μεταφέρουν αν μπορέσουν, το σιτάρι που εγκατέλειψαν στα σπίτια τους. Από την όλη συζήτηση η διασυμμαχική επιτροπή, δέχτηκε να διαθέσει δύο στρατιώτες της στους χωρικούς της Μαγούλας!
Πάντως έκαναν μια περιοδεία με αυτοκίνητο στα πέριξ της Μακράς Γέφυρας και ομολόγησαν στον Αποστολίδη ότι και οι ίδιοι είδαν Τούρκους και αθίγγανους να ξηλώνουν και να κλέβουν πόρτες, παράθυρα και σανιδώσεις στο χωριού Δερβενάκι και θεωρούσαν ότι θα είχαν κλαπεί ήδη και όλα τα αποθηκευμένα σιτηρά.
Οι ξένοι που επόπτευαν την εκκένωση είχαν πει τότε στον Αποστολίδη πως δεν καταλαβαίνουν γιατί φεύγουν οι Έλληνες, αφού υπάρχει διασυμμαχικός στρατός εκεί. Δεν άντεξε ο Αποστολίδης και απάντησε ότι μετά τις σφαγές που έγιναν στον Πόντο και την Κιλικία και σε άλλα σημεία της Μικράς Ασίας είναι αδύνατο να πεισθούν και να παραμείνουν στις εστίες τους.
Την ίδια μέρα ο στρατηγός Κ. Νίδερ, βλέποντας το δραματικό συνωστισμό στην κίνηση των προσφύγων και στις δυσκολίες που υπήρχαν στους δρόμους, διέταξε την προσωρινή αναστολή της κίνησης των στρατιωτικών μονάδων προς τη δυτική όχθη του ποταμού Έβρου, για να διευκολυνθεί η απομάκρυνση του χριστιανικού πληθυσμού. Δικαιολογούσε την απόφαση αυτή με το γεγονός ότι κανένας δεν αισθανόταν ασφαλής μόλις έφευγαν οι Έλληνες στρατιώτες και οι διασυμμαχικές δυνάμεις δεν παρείχαν επαρκή ασφάλεια έναντι των καραδοκούντων Τουρκικών πληθυσμών και των ποικίλων συμμοριών.
Ο ίδιος στρατηγός σε άλλο τηλεγράφημά του προς την Ύπατη Αρμοστεία της Κωνσταντινούπολης χαρακτήριζε “οδυνηρό εγχείρημα” την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης.
Οι Άγγλοι ζητούσαν να επιστραφούν τα βόδια στους Τούρκους
Και ενώ στη Θράκη, Ανατολική και Δυτική, γίνονταν ο κακός χαμός μ ρτην εκκένωση, ο Άγγλος στρατηγός Χάριγκτον, εκ μέρους της διασυμμαχικής επιτροπής έστειλε ανθρώπους του στον νομάρχη Έβρου Σ. Γρηγορίου στην Αλεξανδρούπολη, ζητώντας να επιστραφούν βοοειδή των Τούρκων, που είχαν κλαπεί από Έλληνες ως αντάλλαγμα για την επιστροφή μετά, των εγκατελειφθέντων σιτηρών στην Ανατολική Θράκη.
Ο Γρηγορίου δήλωσε αναρμόδιος και υπέδειξε στους αντιπροσώπους του Χάριγκτον ότι στην Ανατολική Θράκη εγκαταλείφθηκαν τεράστιες ποσότητες σιταριού και απόδοσή του στους διωγμένους Έλληνες αποτελεί κεφαλαιώδες ζήτημα, για να μη πεθάνουν από πείνα. Τους ξεκαθάρισε επίσης ότι δεν παραδέχεται πως έγιναν κλοπές σε μεγάλη κλίμακα τουρκικών ζώων από πρόσφυγες, αλλά και αν έγιναν κάποιες κλοπές δεν μπορούσαν στις τραγικές συνθήκες που επικρατούσαν στον νομό Έβρου να διαταχθούν ανακρίσεις.
Και πρόσθεσε με έμφαση ότι και αν βρεθούν κλεμμένα κάποια ζώα είναι αδύνατον να αποδοθούν γιατί θα σταματούσε η μεταφορά προσφύγων και αυτό θα ισοδυναμούσε με καταδίκη εις θάνατον αυτών των πληθυσμών που ήταν για πάντα Ανταντόφιλοι και φυσικά δεν ήταν υπεύθυνοι για τα σημερινά τους μαρτύρια.
Ο νομάρχης Έβρου συνέχισε τη συνομιλία του τονίζοντας ότι δεν μπορούσαν να γίνουν ανακρίσεις, πριν περάσει ένας μήνας. Γιατί αν άρχιζαν τώρα, κάθε σταμάτημα των προσφυών θα ήταν απάνθρωπο, μέσα στις συνθήκες που επικρατούσαν. Οι εκπρόσωποι των συμμάχων φάνηκαν να πείθονται, αλλά όταν έφυγαν από τον νομάρχη Έβρου πήγαν στο στρατηγό Νίδερ, ο οποίος τους δήλωσε αναρμόδιος για το ζήτημα αυτό.
Η κατάσταση στο νομό Έβρου ήταν αφόρητη. Ο νομάρχης Γρηγορίου ειδοποιούσε τον Γεώργιο Κατεχάκη στην Αδριανούπολη ότι ο Άγγλος σύνδεσμος εξέφραζε προς την Ύπατη Αρμοστεία της Κωνσταντινούπολης σφοδρές διαμαρτυρίες, για τη δυσχερή κατάσταση των προσφύγων για την οποία ευθύνεται και η Γαλλική Εταιρεία Σιδηροδρόμων ζητώντας μέτρα άμεσης βελτίωσης της κατάστασης στα τρένα.
Και άλλα δραματικά περιστατικά
Την άσχημη κατάσταση που επικρατούσε στην Ανατολική Θράκη απεικονίζει ένα τηλεγράφημα στο Γραφείο Τύπου της Αδριανούπολης, στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρεται η επίθεση εναντίον κατοίκων του χωριού Αμυγδαλιά Μακράς Γέφυρας. Οι κάτοικοι αυτοί με 50 βοϊδάμαξες επέστρεψαν στο χωριό τους για να φορτώσουν όσο σιτάρι μπορούσαν από αυτό που εγκατέλειψαν. Τους επιτέθηκαν ένοπλοι Τούρκοι γειτονικού χωριού. Σκοτώθηκε ένας στρατιώτης και ένας άλλος χωρικός.
Σε άλλη περίπτωση Τούρκοι επιτέθηκαν εναντίον ενοικιαστών της δεκάτης (σ.σ. ιδιώτες που ενοικίαζαν με δημοπρασία την είσπραξη φόρων για τα γεωργικά προϊόντα) που είχαν μεταβεί στο χωριού Αμυγδαλιά Αίνου για να παραλάβουν τα αποθηκευμένα σιτηρά τους, που προέρχονταν από φορολόγηση σε είδος. Συνελήφθησαν έξι Τούρκοι.
Στο ίδιο τηλεγράφημα του Γραφείου Τύπου αναφέρονταν ότι τα χωριά της περιφέρειας Σαράντα Εκκλησιών λεηλατήθηκαν από Τούρκους κατοίκους που άρπαξαν τα σιτηρά.
Τούρκοι αξιωματικοί κατέφθαναν για να οργανώσουν συμμορίες κομιτατζήδων. Ο Χατζή Ερίφ από τη Χαριούπολη συνέστησε ανταρτικά σώματα.
Δέκα έφιπποι Τούρκοι πυροβόλησαν εναντίον συνοδείας περίπου 100 κατοίκων της Σηλυβρίας στο δρόμο μεταξύ Μαλγάρων-Κεσσάνης.
Χωρικοί που οδηγούσαν κοπάδι 600 προβάτων από το Μυριόφυτο προς τις Φέρες δέχτηκαν επίθεση 150 Τούρκων, οι οποίοι έκλεψαν πολλά πρόβατα και σκότωσαν μερικούς χωρικούς, ενώ τραυμάτισαν δύο. Κάποιοι διασώθηκαν μόλις κατέφθασαν στον τόπο της επίθεσης χωροφύλακες.
Στον Αρτίσκο συγκεντρώνονταν και περιφέρονταν με απειλητικές διαθέσεις πολλοί ένοπλοι προερχόμενοι από την Κωνσταντινούπολη και τη Βουλγαρία, αλλά και από τα περίχωρα.
Σώστε τους 15 ανήμπορους της Βιζύης
Στις 19 Οκτωβρίου προέκυψε ένα πρόβλημα στη Βιζύη. Δεκαπέντε άτομα προχωρημένης ηλικίας και αδυνατώντας να φύγουν εξαιτίας της ελλείψεως μεταφορικών μέσων παρέμεναν κλεισμένοι στα σπίτια τους. Ο Μητροπολίτης Βιζύης, Άνθιμος, που είχε φτάσει ήδη στην Αλεξανδρούπολη με επιστολή του προς το στρατηγό Νίδερ, που και αυτός βρίσκονταν στην ίδια πόλη, ζήτησε με επιστολή του την παρέμβασή του για να σωθούν αυτοί οι γέροντες. Επρόκειτο για τους ακόλουθους Βιζυηνούς:
Ευγένιος Μιχαήλογλου με τη σύζυγό του και το γιο του Πολυδεύκη (άτομα 3), Κωνσταντίνος Δήμου με τη σύζυγό του και το γιο του Δημόκριτο (άτομα 3), Πολ΄΄υμνια αγνώστου επωνύμου με τη θετή θυγατέρα της (άτομα 2), Δημήτριος Μασατζής με τη σύζυγό του και τον τετραετή γιο του (άτομα 3), Κωνσταντής Μπακάλ Σταμάτης και Αικατερίνη Δημ. Ζαγκότση (άτομα 2), Χαράλαμπος Σακαλής και Βασιλάκης Μπατίλας (άτομα 2). Συνολικά 15 άτομα. Το αίτημα του μητροπολίτη Άνθιμου έφθασε από τη Στρατιά Θράκης στη διασυμμαχική επιτροπή…
Μια άλλη πτυχή της φρικτής εκείνης εκκένωσης της Ανατολικής Θράκης ήταν οι δραματικές στιγμές που ζούσαν οι πολιτικές αρχές διαφόρων πόλεων, που μετά την αναχώρηση στρατού και πληθυσμού έμεναν επιτόπου για να παραδώσουν τις περιοχές τους σε διασυμμαχικές επιτροπές πριν επανέλθουν οι Τούρκοι.
Για παράδειγμα οι αρχές της Τυρολόης τηλεγραφούσαν ότι υπομένουν τα πάνδεινα από έλλειψη τροφών, ενώ στους δρόμους κυκλοφορούσαν Ιταλοί στρατιώτες που επέτρεψαν να μπει στην πόλη η τουρκική πολιτοφυλακή, οι άνδρες της οποία άρχισαν να στήνουν αψίδες και να αναρτούν παντού τουρκικές σημαίες.
Οι αρ΄χες της Βιζύης και του Λουλέ Μπουργκάς θεωρούαν αδύνατη την παραμονή τους με τέτοιες συνθήκες. Τα ίδια και στο Ανακτόριο, όπου οι Ιταλοί εκδίωξαν τους Έλληνες χωροφύλακες.,
Μέσα στην κόλαση των τραγικών εκείνων ημερών, ο στρατηγός Κατεχάκης δεν ξέχασε κάτι σημαντικό. Εξέδωσε διαταγή, με την οποία οι αρχές διατάσσονταν να μην κάνουν διακρίσεις μεταξύ Ελλήνων και Αρμενίων προσφύγων. Έφευγαν και εκείνοι…
Φόβος και απελπισία παντού, σε όλο το μήκος και πλάτος της Ανατολικής Θράκης.
Κων. Νίδερ: Προσοχή στα κακοποιά στοιχεία
Ο στρατηγός Κ. Νίδερ, διοικητής της Στρατιάς Θράκης στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που είχε δώσει αυστηρές εντολές στις στρατιωτικές μονάδες, να πάρουν αυστηρά μέτρα ώστε μεταξύ του στρατεύματος και του πληθυσμού που θα εκκένωνε την Ανατολική Θράκη να μη παρεισφρήσουν ύποπτα κακοποιά στοιχεία, που θα κλέβουν ή θα βάζουν φωτιές ή θα προκαλούν πάσης φύσεως καταστροφές. Ζητούσε επίσης να ενημερωθούν οι στρατιώτες ότι θα επιβληθούν βαρύτατες κυρώσεις αν συμβούν τέτοιες πράξεις ή άλλες βιαιότητες κατά του πληθυσμού ανεξαρτήτων θρησκευμάτων.
Αλλά και ο υπουργός των Στρατιωτικών Αναστάσιος Χαραλάμπης, από τις 7 Οκτωβρίου 1922 ζητούσε με διαταγή του να προληφθεί κάθε τυχόν ενέργεια του αποχωρούντος στρατού και πληθυσμού, σχετική με πυρκαγιές, λεηλασίες, αρπαγές, κακοποιήσεις κ.λπ. “διότι θα εξασκήσωσιν ολεθριωτάτην επίδρασιν επί της εθνικής υποθέσεως”
Οι Τούρκοι ζητούσαν και το Καραγάτς
Μέσα στην περιδίνηση των γεγονότων με τις απρόβλεπτες εξελίξεις, στα μέσα Οκτωβρίου και εν μέσω έντασης της πανδημίας ξαφνικά οι Τούρκοι πρόβαλαν ένα μη αναμενόμενο αίτημα. Ζητούσαν να εγκατασταθούν δικές τους αρχές στο Καραγάτς, δηλαδή εντεύθεν του ποταμού Έβρου. Η ελληνική πλευρά αντέδρασε αμέσως.
Δεν δεχόταν αυτό το αίτημα γιατί αποτελούσε παραβίαση άρθρου του πρωτοκόλλου των Μουδανιών. Δόθηκαν μάλιστα οδηγίες στον Κατεχάκη από το υπουργείο Εξωτερικών να μην αποχωρήσουν για κανένα λόγο οι ελληνικές αρχές από το Καραγάτς. Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Καραγάτς πέρασε στην Τουρκία την επόμενη χρονιά, το 1923, με τη συνθήκη της Λωζάννης.
Εν το μεταξύ ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που είχε χάσει τις εκλογέ και ιδιώτευε συμβούλευε δια του Δημητρίου Κακλαμάνου την Επανάσταση των Γονατά-Πλαστήρα, το στράτευμα να αποχωρήσει παραλαμβάνοντας όλο το υλικό, ζητώντας εν ανάγκη όση προθεσμία χρειάζεται και πρόσθετε:
Εν ή περιπτώσει σύμμαχον Αρχηγείο Στρατού αρνηθή χορήγησιν προθεσμίας και ζητήση να παρακρατήση υλικόν Ελληνικόν, στρατός οφείλει να αρνηθή εκκένωσιν καθορισθησομένων ουδέτερων σημείων
Η οδυνηρή Ημερήσια Διαταγή
Ο διοικητής της Στρατιάς Θράκης στρατηγός Κωνσταντίνος Νίδερ, πριν αναχωρήσει από τη Ραιδεστό, εξέδωσε ημερήσια διαταγή στην οποία τόνιζε:
“Η Άτροπος μοίρα μας επιβάλει να εκκενώσωμεν την Ανατολικήν Θράκην συμμορφούμενοι προς την υπ’ αριθμ 16059/30-9-22ν Δ/ γήν του υπουργείου των Στρατιωτικών.
Το οδυνηρόν τούτο καθήκον θα εκτελέσωμεν αγέρωχοι μετ’ αξιοπρεπίας εμπρεπούσης εις Στρατόν πολεμήσαντα, εις Στρατόν μόνιμον, συντεταγμένον και πειθαρχικόν. Αποδείξατε σεις εις τον πολιτισμένον κόσμον, ότι αν μέρος του Στρατού μας υπέστη εν Μικρά Ασία περιπέτειαν ανάλογον προς επισυμβάσας κατά του παρελθόν εις άλλους Στρατούς πολύ ημών πρεσβυτέρους, τούτο οφείλεται εις αιτία τοις πάσι γνωστά και ουχί εις κλονισμόν της πειθαρχίας και της υποταγής των δύο τούτων κρίκων της δέσμης της ενούσης την Διοίκησιν με το Στράτευμα”.
Καταλήγοντας προειδοποιούσε:
Κατά των παρεκτρεπόμενων αξιώ παρά των διοικούντων να επιπέση βαρύς αμείλικτος και άμεσος ο πέλεκος του Στρατιωτικού Νόμου, όστις δια τους υποπίπτοντας εις εγκλήματα εμπρησμού ή λαφυραφωφίαν επιβάλλει την ποινήν του θανάτου.
Οι μέρες της τραγωδίας περνούσαν οδυνηρά. Το στρατηγείο της Στρατιάς Θράκης από τα παράλια της Προποντίδας, επιβιβάσθηκε στο ατμόπλοιο “Ερμούπολις” στις 9 Οκτωβρίου και την επόμενη στις 3 μμ αποβιβάσθηκε στο Δεδέαγατς.
Την ίδια μέρα ο αναπληρωτής Γεν. Διοικητής Α. Μαυρίδης τηλεγραφούσε από την Αδριανούπολη προς τον πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου συνταγματάρχη Στυλιανό Γονατά, στα υπουργεία Εξωτερικών, Εσωτερικών και στη Στρατιά Θράκης, ότι στις 12:30 το μεσημέρι παραδόθηκε η Αδριανούπολη στη διασυμμαχική επιτροπή. Ο ίδιος με τη Χωροφυλακή Ανατολικής Θράκης θα αναχωρούσε στις 4 μμ με ειδική αμαξοστοιχία για την Κομοτηνή. Οι Τούρκοι παρέλαβαν την Αδριανούπολη τον Νοέμβριο.
Όλα τελείωναν σιγά-σιγά: χανόταν η Ανατολική Θράκη!
Στην Κωνσταντινούπολη οι στρατηγοί των συμμαχικών στρατών και ο εκπρόσωπος των Τούρκων Ραφέτ πασάς, αποφάσισαν το πρόγραμμα ανάληψης της διοίκησης της Ανατολικής Θράκης. Σύμφωνα με αυτό, τους καζάδες Σηλυβρίας, Τυρολόης, Ανακτορίου και Βιζύης θα εγκατασταθούν οι Τούρκοι στις 19 Οκτωβρίου. Η παράδοση του σαντζακίου της Ραιδεστού θα γίνει την 1 Νοεμβρίου. Η ημερομηνία εγκατάστασης Τούρκων στην υπόλοιπη Ανατολική Θράκη θα αποφασίζονταν λίγο αργότερα και εφόσον ήταν δυνατόν θα γίνονταν μεταξύ 2 και 7 Νοεμβρίου 1922.
Κατακρεουργημένοι χωροφύλακες στις Σαράντα Εκκλησιές
Μια άλλη δραματική πτυχή από τα γεγονότα των πικρών εκείνων ημερών φορούσε μια μαζική σφαγή. Στις 18 Οκτωβρίου 1922 το τηλεγράφημα του Γενικού Διοικητή Θράκης Γεώργιου Κατεχάκη, έπεσε σαν κερεαυνός στο υπουργείο Εξωτερικών.
Δύναμη Γαλλικού αποσπάσματος μαζί με Έλληνες αξιωματικούς της Χωροφυλακής, βρήκαν σε μια τοποθεσία κοντά στις Σαράντα Εκκλησιές 23 πτώματα χωροφυλάκων, που είχαν κατακρεουργηθεί άγρια. Τα πώματα μεταφέρθηκαν το Καραγάτς όπου εντφιάσθηκαν.
Τι είχε συμβεί;
Το τηλεγράφησε ο Γεώργιος Κατεχάκης.
Το απόσπασμα αυτό των χωροφυλάκων είχε διαταχθεί στις 27 Οκτωβρίου να βαδίσει προς το Χαϋσάν για να ενισχύσει άλλη αμάδα χωροφυλάκων που κινδύνευε. Καθ’ οδόν όμως έπεσε σε ενέδρα πολυάριθμων τσετών και οπλισμένων κατοίκων. Ο επικεφαλής αξιωματικός μη έχοντας άλλη διέξοδο διέταξε αντίσταση “μέχρις εσχάτων”. Η συμπλοκή διήρκεσε τέσσερις ώρες.
Εστάλη ελληνικό απόσπασμα, που δεν βρήκε τίποτα και επέστρεψε άπρακτο. Εστάλη και γαλλικό απόσπασμα επίσης χωρίς αποτέλεσμα. Στις περιοχές που έψαξαν είπαν ότι βρήκαν να επικρατεί πλήρης ησυχία. ΄Ήταν όμως φαινομενική ησυχία, γιατί απ’ όπου περνούσαν τα αποσπάσματα, οι χωρικοί που γνώριζαν τι συνέβη μετατρέπονταν σε…φιλήσυχους πολίτες, οι οποίοι δήλωναν άγνοια!
Τελικά μετά κόπων και βασάνων ανακαλύφθηκε το μαζικό έγκλημα από γαλλικό απόσπασμα. Και ο γάλλος συνταγματάρχης επικεφαλής της διασυμμαχικής επιτροπής, πληροφόρησε τον Κατεχάκη ότι οι δολοφόνοι ήταν οπλισμένοι… με βουλγάρικα όπλα!!!
Νωρίτερα, στις 12 Οκτωβρίου ένα απόσπασμα με 42 χωροφύλακες μετέβαινε στις Σαράντα Εκκλησίες προς τη Νίκη για να ενισχύσει τη φρουρά της πόλης η οποία είχε υποστεί επίθεση. Μεταξύ όμως του χριού Γενήκιοϊ και του Χάσκιοϊ, τους επιτέθηκαν πολυάριθμοι τσέτες, που χρησιμοποιούσαν και οπλοβομβίδες. Ένας μόνο χωροφύλακας κατόρτθωσε να διασωθεί και να αναφέρει στις αρχές τι συνέβη. Δηλαδή ότι κατεσφάγησαν όλοι οι άλλοι συνάδελφοί του. Αμέσως διατάχθηκε από το γενικό διοικητή Ανατολικής Θράκης στρατηγό Κατεχάκη η καταδίωξη των τσετών και η προστασία των πολιτικών αρχών της περιοχής.
Την διαδικασία της εκκένωσης παρακολούθησαν εκ του σύνεγγυς οι Θράκες πληρεξούσιοι Μανουηλίδης και Παπαδάτος, οι οποίοι επέστρεψαν στην Αθήνα με το ατμόπλοιο “Δάφνη” και ανακοίνωσαν ότι υπάρχουν πολλά προσκόμματα στην αποχώρηση του πληθυσμού γιατι δεν υπήρχαν μεταφορικά μέσα, ούτε τρένα, ούτε πλοία.
Πολλοί Έλληνες συνωστίζονταν στα νότια παράλια, κυρίως στη Ραιδεστό και στην Περίσταση, περιμένοντας πλοία για να τους μεταφέρουν στην ελεύθερη Ελλάδα. Συμπτωματικά τότε με το ατμόπλοιο “Δάφνη” είχαν μεταφερθεί 600 πρόσφυγες, που τους αποβίβασαν στις Σπέτσες.
Συνωμότησαν ο καιρός και οι “σύμμαχοι”
Δεν ήταν μόνο ο φόβος των τσετών. Όλα τα στοιχεία της φύσης σαν να συνωμότησαν με τους ολετήρες στρατηγούς των Μουδανιών και τράφηκαν εναντίον ταλαίπωρων προσφύγων.
Για την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης, που διατάχθηκε και έγινε σε σύντομο χρονικό διάστημα, με ρυθμούς ασθματικούς, υπο φοβερές καιρικές συνθήκες βροχής και χαλαζιού, έχουν γράψει διάφοροι συγγραφείς με πρώτον τον Αμερικανό Έρνεστ Χεμινγουέι. Οι ανταποκρίσεις του στην εφημερίδα “Τορόντο Σταρ” έχουν δημοσιευθεί και είναι πολύ γνωστές.
Ο Πέτρος Λεβαντής διευθυντής της “Μακεδονίας” έγραφε σε τηλεγράφημά του από το Διδυμότειχο:
“Όλη η περιοχή από Δεδέαγατς μέχρι Διδυμοτείχου πλήρης καραβανίων προσφύγων, το θέαμα είναι απείρως τραγικόν, απείρως σπαραξικάρδιον, αι γυναίκες λυσίκομοι βυθίζονται μέχρι γονάτων εις την λάσπην, μικρά παιδία στιβαγμένα επί αραμπάδων δέρονται υπό ραγδαιότης βροχής πιπτούσης από πρωίας αδιακόπως, πλείστοι αραμπάδες έχουν κολλήσει εις την λάσπην και οι πρόσφυγες πετούν γεννήματα και ολίγα αντικείμενα αυτών για να κατορθώσουν την μεταφοράν των γυναικοπαίδων”.
Ο ανταποκριτής των βρετανικών εφημερίδψν “Ντέιλι Μέιλ” και “Ντέιλι Νιους” που διέσχισε όλη την Ανατολική Θράκη, τηλεγραφούσε ότι του είναι αδύνατο να περιγράψει την θλιβερή και απελπιστική κατάσταση των μετακινούμενων πληθυσμών “προ της θέας των οποίων φρικιά πας τις”. Οι Αμερικανοί κινηματογραφούσαν τις πένθιμες πορείες των ξεριζωμένων.
Μια εικόνα της θλιβερής εκκένωσης περιέργραψε από την Αδριανούπολη ο ανταποκριτής της εφημερίδας “Βήμα του Σικάγου” γράφοντας:
” Οι φεύγοντες πληθυσμοί αναχωρούντες ως επί το πλείστον πεζή, κοιμώνται εις το ύπαιθρον, κατάκοποι εκ της ηθικής και σωματικής κοπώσεως. Τα τρόφιμα τα οποία φέρουν μεθ’ εαυτών ταχέως εξαντλούνται. Η χώρα έχει σίτον, αλλ’ ούτος εγκαταλείπεται εκ των κατοίκων των εκκενουμένων χωρίων, οι δε φεύγοντες δεν συναποκομίζουν ως επί το πλείστον ειμή προσφιλείς εικόνας αγίων ή των προγόνων τους”.
Στις 14 Οκτωβρίου ο Διδυμοτειχίτης δημοσιογράφος Γ. Αποστολίδης, δημοσιεύει στο “Φως” της Θεσσαλονίκης ανταπόκριση για την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης υπογραμμίζοντας ότι “εις τας γέφυρας και τας διόδους συνωστισμός μέγιστος και μεγάλη αταξία επικρατεί. Αμάξια σπασμένα και πεσμένα στη λάσπη, διότι έχει βρέξει και βρέχει κάθε λίγο, εμποδίζουν την κυκλοφορία για πολλές ώρες. Η μοναδική γέφυρα του Έβρου εις την περιφέρειαν Διδυμοτείχου είναι κατάμεστος αμαξών εκατέρωθεν, που αναμένουν να περάσουν. Ένα έτερον καΐκι παραλαμβάνον δύο άμαξας πιο κάτω χρησιμεύει και αυτό ως δίοδος, αλλά δεν αρκεί, διότι τα αμάξια υπερβαίνουν τα χίλια που περιμένουν”. Και λίγο πιο κάτω σημειώνει: “Το Διδυμότειχο και τα πέριξ χωριά και αυτά ακόμη τα χωράφια είναι υπερπλήρη κόσμου ως επί το πλείστον αστέγου”.
Το έγκλημα είχε συντελεστεί. Η Ανατολική Θράκη – η σύγχρονη Ιφιγένεια – θυσιάσθηκε, για να πνεύσει ούριος άνεμος στον Μουσταφά Κεμάλ.
Πηγή: mixanitouxronou.gr – Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης