του Γιώργου Σιμσίρη
Ο παπα Γιώργης Κομνίδης! Μια ολόκληρη «ιστορία» μόνος του! Ο αγαπητός παπα Γιώργης γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1934 στο Σοφικό Έβρου. Τελείωσε την εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσ/νίκης και το 1962 χειροτονήθηκε ιερέας. Την επόμενη χρονιά, το 1963, διορίζεται δάσκαλος στους Γιατράδες Έβρου. Είναι η δεύτερη ιδιότητά του, μετά αυτή του ιερέως. Είναι ο κλασσικός «ιεροδιδάσκαλος» που παλαιότερα συναντούσαμε σε όλην την επικράτεια και γαλούχησε γενιές Ελλήνων.
Φύσει ανήσυχος και δημιουργικός προσπάθησε να διδάξει τους μικρούς μαθητές δυναμικά, πρωτότυπα και εμπειρικά οπότε άρχισε, δειλά δειλά, να ταριχεύει άγρια ζώα (που είχαν θανατωθεί από παγίδες ή τα έβρισκαν σκοτωμένα) και να μαζεύει διάφορα καθημερινά αντικείμενα (εργαλεία, σκεύη, φορεσιές κλπ ) ώστε να πραγματοποιεί το μάθημα όσο πιο παραστατικά μπορούσε κεντρίζοντας το ενδιαφέρον των μαθητών.
Σιγά σιγά η συλλογή του εμπλουτίστηκε και χρόνο με τον χρόνο μεγάλωνε. Το 1975 μεταφέρει την συλλογή του στους Ψαθάδες Διδ/χου (κατόπιν μεταθέσεώς του εκεί ως δασκάλου) την οποία και διατήρησε έως την συνταξιοδότησή του το 2002. Το 2002 μετέφερε το μουσείο του (πλέον δεν ήταν μια απλή «συλλογή» αλλά μετεξελίχθηκε σε κανονικότατο μουσείο φυσικής ιστορίας και λαϊκή τέχνης) στην Ν.Χηλή Αλεξ/πόλεως.
Οι επίσημοι, επώνυμοι και ανώνυμοι επισκέπτες ήταν αμέτρητοι όλον αυτόν τον καιρό! Τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών και έγιναν πάρα πολλά αφιερώματα για το μουσείο αλλά και για τον ίδιο τον παπα Γιώργη. Ποτέ δεν καρπώθηκε χρήματα καθώς το μουσείο ήταν δωρεάν για όλους! Όλα τα σχολεία της περιοχής (κι όχι μόνο) πέρασαν από αυτό αλλά και πολλοί σύλλογοι, ιδιώτες, επισκέπτες, καλεσμένοι κλπ κλπ. Το μουσείο, πραγματικά, αποτελούσε «σημείο αναφοράς»!
Ερχόμαστε στο σήμερα. Η γνωστή τραγική ελληνική πραγματικότητα είναι τόσο προβλέψιμη που δεν εκπλησσόμεθα για τίποτα. Ο παπαΓιώργης είναι ήδη 91 χρονών. Το μουσείο, όπως και κάθε μουσείο, θέλει συντήρηση, έχει έξοδα, χρειάζεται ανθρώπους να ασχολούνται. Όλα αυτά τα χρόνια (από το 1962) χωρίς καμμιά κρατική χρηματοδότηση, αλλά με ιδίους πόρους, το κράτησε «ζωντανό».
Τώρα πλέον το μουσείο «γερνάει» επικίνδυνα. Ο παπα Γιώργης με αγωνία ζητά κάποιος να το αναλάβει , να το αναδείξει, να το εκμεταλλευτεί προς όφελος της τοπικής κοινωνίας (κι όχι μόνο). Ο ίδιος είναι υπέργηρος και τα τελευταία χρόνια έχει επιδοθεί σε έναν απίστευτο «αγώνα δρόμου» για να «σώσει» το μουσείο του. Οι κόποι μιας ζωής, αλλά και η γνώση που προσφέρουν τα εκθέματα, είναι κρίμα να σβήσουν τόσο απλά!
Άραγε σε ποια άλλη χώρα μια τέτοια πλούσια έκθεση (που προάγει την τοπική παράδοση, τον τοπικό πολιτισμό και προβάλλει την τοπική χλωρίδα και πανίδα) θα ήταν απαξιωμένη και παραμελημένη; Ρητορικά ερωτήματα…
Η «κραυγή αγωνίας» του παπα Γιώργη ευχόμαστε, και ελπίζουμε, να ταρακουνήσει τους κατάλληλους ώστε να βρεθεί λύση για να συνεχίσει να υπάρχει και να διδάσκει αυτό το υπέροχο «διαμάντι»!!