Το 1953 ξεκίνησε η ιστορία της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα, λίγους μόλις μήνες μετά την επίσημη ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Ειδικότερα, στα τέλη της δεκαετίας του ’50 αναπτύχθηκε η βάση της Σούδας, με πλέον εμβληματική για τις ερχόμενες δεκαετίες, εκείνη του Ελληνικού. Οι συμφωνίες του ’53 έτυχαν νέας διαπραγμάτευσης από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος είχε πλήρη επίγνωση του αρνητικού πολιτικού κλίματος που υπήρχε για την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα, καθώς συνδεόταν με την προ του 1974 μακρά περίοδο πολιτικής ανωμαλίας.
Με την Ελλάδα να βρίσκεται εκτός του στρατιωτικού βραχίονα του ΝΑΤΟ, λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, η κυβέρνηση Καραμανλή και μετέπειτα Γεωργίου Ράλλη εκκίνησε μια μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων για τον επαναπροσδιορισμό κάποιων στοιχείων της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας, με στόχο την απομάκρυνση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων από περιοχές κοντά στον αστικό ιστό, με προεξάρχουσα τη βάση του αεροδρομίου στο Ελληνικό.
Η συμφωνία για τις βάσεις
Ήταν 12 του Οκτώβρη του 1953, όταν οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών έκαναν ταυτόχρονα, σε Αθήνα και Ουάσιγκτον, την παρακάτω ανακοίνωση:
«Εις εκπλήρωσιν των εκ του άρθρου 3 της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού απορρεουσών υποχρεώσεών των, η κυβέρνησις του Βασιλείου της Ελλάδος με την έγκρισιν της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως και η κυβέρνησις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υπέγραψαν σήμερον μίαν Διμερήν Συμφωνίαν, παρέχουσα εις τας Ηνωμένας Πολιτείας το δικαίωμα όπως βελτιώσωσιν και χρησιμοποιήσωσιν από κοινού μετά της ελληνικής κυβερνήσεως ορισμένα αεροδρόμια και ναυτικάς εγκαταστάσεις εν Ελλάδι. Η συμφωνία έχει ως προορισμόν, διευκολυνομένης της ολοκληρώσεως της αμύνης της Ελλάδος, της αναπτυχθείσης κατά τα τελευταία πέντε έτη με την αμερικανικήν βοήθειαν, εντός του αμυντικού συστήματος του ΝΑΤΟ, να ενισχύση την ασφάλειαν της περιοχής του Βορείου Ατλαντικού και να διαφυλάξη την διεθνήν ειρήνην και ασφάλειαν. Η κοινή προσπάθεια των δύο χωρών όπως βελτιωθή και ενισχυθή η συλλογική ικανότης προς αντίστασιν εναντίον ενόπλου επιθέσεως αντικατοπτρίζει το επικρατούν πνεύμα συνεργασίας και τους δεσμούς φιλίας ήτις υφίσταται μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών».
Η ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ
Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Φεβρουάριο του 1952, η κυβέρνηση Πλαστήρα – Βενιζέλου κάνει ένα ακόμη μεγάλο βήμα, το δεύτερο για την ενίσχυση της συμμαχίας με τις ΗΠΑ.
Η ελληνική Βουλή κυρώνει νόμο με τον οποίο η χώρα μπαίνει στο NATO. Καταψηφίζουν οι βουλευτές της ΕΔΑ, ενώ ήδη το ΚΚΕ από την πολιτική εξορία, έχοντας αντιταχτεί στη Συμφωνία για ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, καταγγέλλει το γεγονός της υπογραφής της κάνοντας λόγο για «πολεμοκάπηλα σχέδια των ιμπεριαλιστών στην περιοχή» καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τη συμμετοχή «των αστικών πολιτικών δυνάμεων» σ’ αυτά. Την ίδια περίοδο εντάσσεται και η Τουρκία στην ευρωατλαντική συμμαχία.
Αρχικά, το Συμβούλιο της Ατλαντικής Συμμαχίας στην Οτάβα του Καναδά, στις 20 Σεπτέμβρη του 1951, αποφάσισε να δεχτεί την είσοδο των δύο χωρών. Στη συνέχεια, στο διάστημα 17-22 Οκτώβρη του ίδιου έτους, υπογράφηκε στο Λονδίνο το πρωτόκολλο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου για την προσχώρηση των δύο χωρών στη Συμμαχία. Τέλος, η διαδικασία της προσχώρησης ολοκληρώθηκε με την έγκριση των σχετικών αποφάσεων της Συμμαχίας, τόσο από τα Κοινοβούλια των χωρών – μελών της, όσο και από τα Κοινοβούλια των δύο ενδιαφερόμενων χωρών.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντιν Άτσεσον, μιλώντας εκείνο το χρονικό διάστημα στην αμερικανική Γερουσία για την ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, είχε πει: «Η εισδοχή των δύο χωρών δεν θα συντελέσει μόνο εις την ενίσχυσιν της ιδικής των ασφαλείας, αλλά και των άλλων χωρών του Συμφώνου, περιλαμβανομένης και της ιδικής μας. Αρκεί να ρίξωμεν ένα βλέμμα – συνέχισε ο Ατσεσον – εις τον χάρτην, διά να ίδωμεν ποία είναι η στρατηγική σημασία των δύο χωρών διά την δυτικήν άμυναν: Φρουρούν τας ανατολικάς προσβάσεις προς την Μεσόγειον, περιλαμβανομένων και των στενών της Ιταλίας, από την Μαύρην Θάλασσαν προς την Κεντρικήν Μεσόγειον. Επιπλέον, η Τουρκία πλευροκοπεί τας χερσαίας οδούς, αι οποίαι άγουν από την Ρωσίαν προς τας πλουσίας πετρελαιοπηγάς της Μέσης Ανατολής. Είναι δε γνωστή η απόφασις της Ελλάδας και της Τουρκίας να διατηρήσουν την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν των και να αναπτύξουν περαιτέρω την δύναμίν των εις αποφασιστικόν φράγμα εναντίον του επιθετικού κομμουνισμού, ιδιαιτέρως εις την Μέσην Ανατολήν» (Κ. Μαδρά: «Η Ελλάδα στα δίκτυα των βάσεων», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 45).
Η εγκατάσταση των βάσεων στην Ελλάδα
Το 1952, οι ΗΠΑ ζήτησαν από την κυβέρνηση Πλαστήρα – Βενιζέλου να τους παραχωρήσει και αεροπορικές βάσεις, πράγμα που πρακτικά σήμαινε να χρησιμοποιούν ανεξέλεγκτα όλα ανεξαιρέτως τα ελληνικά αεροδρόμια.
Το σχέδιο συμφωνίας, που είχε αποδεχτεί η κυβέρνηση Πλαστήρα – Βενιζέλου, έλεγε μεταξύ άλλων ότι «η βασιλική ελληνική κυβέρνηση παραχωρεί στην κυβέρνηση των ΗΠΑ το δικαίωμα να εγκαταστήσει στρατιωτικές αεροπορικές υπηρεσίες και επικοινωνίες, σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, για μεταβατική περίοδο τριών χρόνων». Η συμφωνία δεν υπογράφτηκε λόγω εκλογών, τις οποίες «κέρδισε» το κόμμα «Ελληνικός Συναγερμός» του Αλ. Παπάγου.
Πριν περάσει χρόνος από την άνοδο στην εξουσία της κυβέρνησης Παπάγου υπογράφεται η πρώτη ελληνοαμερικανική συμφωνία για τις βάσεις. Ήταν 12 του Οκτώβρη 1953. Έτσι αρχίζει η διαδικασία εγκαθίδρυσης των βάσεων στην Ελλάδα.
Στο πρώτο άρθρο της συγκεκριμένης συμφωνίας γίνεται σαφές πως σε συνδυασμό με την ενίσχυση του αστικού καθεστώτος στην Ελλάδα προωθούνται και τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή με τη συμμετοχή και της καπιταλιστικής Ελλάδας. Ας το δούμε.
«Διά του παρόντος η Ελληνική Κυβέρνησις, υπό τας προϋποθέσεις και τους όρους τους καθοριζόμενους εν τη παρούση Συμφωνία, ως και επί τη βάσει των τεχνικών συνεννοήσεων, μεταξύ των αρμοδίων αρχών των δύο κυβερνήσεων, εξουσιοδοτεί την κυβέρνησιν των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής να χρησιμοποιή οδούς, σιδηροδρομικάς γραμμάς και χώρους και να κατασκευάζη, αναπτύσση, χρησιμοποιή και θέτη εν λειτουργία στρατιωτικά και βοηθητικά έργα εν Ελλάδι, οία αι αρμόδιαι αρχαί των δύο κυβερνήσεων ήθελον θεωρήση κατά καιρούς ως αναγκαία διά την εφαρμογήν ή την προαγωγήν εγκεκριμένων σχεδίων του NATO. Η κατασκευή, ανάπτυξις, χρησιμοποίησις και θέσις εν λειτουργία τοιούτων έργων θα είναι σύμφωνος προς συστάσεις, τύπους και οδηγίας της Οργανώσεως της Βορειοατλαντικής Συνθήκης (NATO), όπου αύται είναι εφαρμόσιμοι.
Χάριν του σκοπού της παρούσης Συμφωνίας και συμφώνως προς τας μεταξύ των αρμοδίων αρχών των δύο κυβερνήσεων διεξαχθησομένας τεχνικάς συνεννοήσεις η κυβέρνησις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής δύναται να φέρη, εγκαθιστά και στεγάζη εν Ελλάδι προσωπικόν των Ηνωμένων Πολιτειών. Αι ένοπλαι δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών και το υπό τον έλεγχόν των υλικόν δύνανται να εισέρχωνται, εξέρχωνται, κυκλοφορούν, υπερίπτανται ελευθέρως εν Ελλάδι και εις τα χωρικά της ύδατα, υπό την επιφύλαξιν οιασδήποτε τεχνικής συνεννοήσεως εις ην ήθελον προέλθη αι αρμόδιαι Αρχαί των δύο κυβερνήσεων. Αι ενέργειαι αύται απαλλάσσονται οιωνδήποτε τελών, δικαιωμάτων και φόρων».
Με τη συμφωνία αυτή, που συμπληρώθηκε το 1956, οι ΗΠΑ αποκτούσαν το δικαίωμα να εγκαταστήσουν όσες και όποιες στρατιωτικές βάσεις ήθελαν, να διακινούν ελεύθερα όποια και όσα στρατεύματα ήθελαν και να έχουν, επιπλέον, το δικαίωμα της ετεροδικίας. «Είμαι ευτυχής και υπερήφανος», δήλωνε ο πρωθυπουργός Παπάγος…
Επόμενος σταθμός: Τα χρόνια 1959 – 1961, οπότε εγκαθίστανται στο ελληνικό έδαφος πυρηνικά όπλα.
Το 1967, με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας στην Ελλάδα, οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ, διαφόρων τομέων και αποστολών, είναι διάσπαρτες σ’ όλη την Ελλάδα, σε στεριά και σε λιμάνια, ο 6ος αμερικανικός στόλος τη χρησιμοποιεί ως ορμητήριό του.
Σε ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» στις 22/3/1981, αναφέρονται τα εξής:
«Ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ παρουσιάζει σήμερα μια πλήρη εικόνα του συστήματος των ξένων βάσεων στη χώρα μας, με συγκεκριμένα στοιχεία για τις κύριες πλευρές των “αρμοδιοτήτων” τους:
ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ 7206 (R.A.B.C.): Είναι το στρατηγείο αεροπορικών μετακινήσεων της περιοχής. Βασικό κέντρο διοικητικής μέριμνας και υποστήριξης όλων των αμερικανικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Εξυπηρετεί αεροσκάφη ηλεκτρονικής αναγνώρισης και κατασκοπείας. Ελέγχει τις πληροφορίες που συλλέγονται από τις σοσιαλιστικές χώρες και τις χώρες της Μ. Ανατολής. Η βάση αυτή έχει την ευθύνη: α) Ολων των ηλεκτρονικών εγκαταστάσεων και τηλεπικοινωνιακών κέντρων της χώρας μας. β) Των μελών των αμερικανικών οικογενειών στην Ελλάδα. Εδώ έχει την απόρρητη έδρα της η διοίκηση των τακτικών πυρηνικών όπλων.
ΒΑΣΗ ΣΟΥΔΑΣ: Κέντρο αποθηκών καυσίμων και πυρηνικών του 6ου Στόλου. Εξυπηρετεί αεροσκάφη ανθυποβρυχιακής έρευνας και των κατασκοπευτικών Υ2.
ΒΑΣΗ ΓΟΥΡΝΩΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ: Ο μεγαλύτερος και σημαντικότερος σταθμός στη Μεσόγειο, εφοδιασμένος με συσκευές ηλεκτρονικών αντιμέτρων. Εδώ γίνεται η επεξεργασία των πληροφοριών, που συγκεντρώνουν οι περιφερειακοί σταθμοί Ελλάδας – Τουρκίας και τα αεροσκάφη ηλεκτρονικής παρακολούθησης. Αυτές κωδικοποιούνται από ειδικούς της CIA και στέλνονται στις ΗΠΑ.
ΒΑΣΗ ΝΕΑΣ ΜΑΚΡΗΣ: Κέντρο στρατιωτικών επικοινωνιών και ραντάρ της περιοχής, που καλύπτουν τις στρατιωτικές τηλεπικοινωνίες των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο. Εκτελούν συσκοτίσεις, εκτροπές, παραπλανήσεις και παρεμβολές, που αχρηστεύουν σε μεγάλη εμβέλεια ασύρματες και ενσύρματες επικοινωνίες μέσω των ισχυρών συστημάτων SIGIND, με τηλεϋποκλοπές κλπ. Βρίσκονται κάτω από τον απόλυτο έλεγχο της NSA.
ΒΑΣΗ ΚΑΤΩ ΣΟΥΛΙΟΥ: Βοηθητική της Ν. Μάκρης καλύπτει την αεροπορική δραστηριότητα αεράμυνας και συνδέεται με τον 6ο αμερικανικό Στόλο, τη βάση Λάγκο ντι Πάτρι (Ιταλίας) και τη ναυτική βάση Ρότας στην Ισπανία. Ελέγχει το «καλώς» της στρατηγικής σημασίας αμερικανικής βάσης στον Αραξο.
ΒΑΣΗ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ (588 μονάδα): Με “προκεχωρημένα” τμήματα στη Μακεδονία – Θράκη και Κεντρική Ελλάδα. Διοικητικό κέντρο εκσυγχρονισμένου ταχτικού πυρηνικού εξοπλισμού.
ΒΑΣΕΙΣ ΠΥΡΗΝΙΚΩΝ ΠΥΡΑΥΛΩΝ: Στην Αργυρούπολη (Κιλκίς), Γιαννιτσά, Κατσιμίδι κ.ά.
ΒΑΣΕΙΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ: Αφάνα Ρόδου, Λευκάδα, Ισμαρος (Κομοτηνής), Χορτιάτη, Βίτσι, Χάρισα, Πήλιο, Πάρνηθα.
ΒΑΣΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ: Στο βουνό Πατέρας, που συνδέεται με το Γιαμασλάρ Σμύρνης.
ΝΑΥΤΙΚΗ ΒΑΣΗ Ντέλα Γκράτσια Σύρου.
ΒΑΣΗ ηλεκτρονικού σταθμού Σκύρου.
ΝΑΥΤΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ: Σούδας, Γουρνών, Ν. Μάκρης, Πειραιά, Βόλου, Παλαιοκαστρίτσας, Καλαμάτας, Κυθήρων.
ΒΑΣΗ ηλεκτρονικής κατασκοπείας στα Μέσα Μάνης.
ΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΡΑΞΟ: Από δω μ’ ένα ορισμένο κωδικό στίγμα μπορούν να κινητοποιηθούν όλες οι αμερικανικές δυνάμεις στην Ελλάδα σε χρόνο 3′ ή 5′. Τα αποτελέσματα αυτόματα μεταδίδονται στην Ανώτατη Αεροπορική Διοίκηση, στη Δυτική Γερμανία.
ΒΑΣΗ ΝΕΣΤΟΥ προπαγάνδας, με άμεση επικοινωνία με τη Βόννη.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ 12 πομπών των 250 κιλοβάτ, που καλύπτει τη “Φωνή της Αμερικής” στο χώρο της Ανατολικής Ευρώπης (VOA/KRS).
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΒΔ ΕΛΛΑΔΑΣ (8 μίλια βόρεια από το νησί Ματράκι): Μεταδίδει προβοκατόρικα μηνύματα για την Πολωνία, τη Μακεδονία κλπ. στις χώρες της Βαλκανικής.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΡΟΔΟΥ: Η “Φωνή της Αμερικής” για τις χώρες της Μέσης Ανατολής (VOA/RPC). Στη Ρόδο υπάρχει ακόμα και σταθμός αναμετάδοσης των εκπομπών της “Φωνής της Αμερικής” (VOA/RPS).
ΣΤΙΣ ΓΟΥΡΝΕΣ ακόμα βρίσκεται και η έδρα της 6891 Αεροπορικής Ομάδας Επικοινωνιών Ευρώπης. Λόγω της σπουδαιότητας του συγκροτήματος των αμερικανικών βάσεων στην Κρήτη και των νατοϊκών έργων, που εκτελούνται στο ανατολικό τμήμα του νησιού, έχει δημιουργηθεί σταθμός της ΣΙΑ στις Γούρνες.
ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ και απέναντι από την αμερικανική πρεσβεία υπάρχει μεγάλος σταθμός λήψης και διαβιβάσεων της ΣΙΑ με απευθείας επικοινωνία με τις ΗΠΑ».
Οι βάσεις που «έκλεισαν»
Από το 1974, μετά την αντικατάσταση της χούντας από αστικό κοινοβουλευτικό καθεστώς, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις μπαίνουν σε νέο στάδιο. «Πολλά πράγματα άλλαξαν», έγραφε σ’ ένα κύριο άρθρο της η «Καθημερινή», ζητώντας «εκσυγχρονισμό» της συμφωνίας του 1953.
Η προσπάθεια «εκσυγχρονισμού» άρχισε το 1976. Το 1977, στις 26 του Ιούλη, μονογραφήθηκε ένα σχέδιο νέας ελληνοαμερικανικής συμφωνίας, από τον Δ. Μπίτσιο και τον Χ. Κίσινγκερ. Μα το σχέδιο έμεινε σχέδιο. Το έργο του «εκσυγχρονισμού» έμελλε να το φέρει σε πέρας η κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου.
Οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981, με αποτέλεσμα το καθεστώς της αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα να συνεχιστεί με βάση τις συμφωνίες του 1953. Μετά τις αρχικές ανησυχίες και αρκετά σκαμπανεβάσματα (υπενθυμίζεται ότι το ΠΑΣΟΚ είχε εκλεγεί τότε και με σύνθημα το «Έξω οι βάσεις του θανάτου»), λόγω και των συνεχιζόμενων διπλωματικών ελιγμών του Ανδρέα Παπανδρέου, τελικά οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μια πενταετή συμφωνία (τότε με την επωνυμία DECA) που υπεγράφη το φθινόπωρο του 1983 από τον υφυπουργό Εξωτερικών Γιάννη Καψή και τον επιτετραμμένο της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, Αλαν Μπερλίντ.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο εκείνης της συμφωνίας είναι ότι στο ελληνικό κείμενο η λήξη της πενταετίας (που και τότε είχε ένα περιθώριο καταγγελίας 17 μηνών) είχε διαφορετική έννοια απ’ ό,τι στο αγγλικό. Όπως αναφέρει ο τότε πρέσβης Μόντι Στερνς στο βιβλίο του «Ανδρέας Παπανδρέου: Το αίνιγμα», στο ελληνικό κείμενο ο όρος «terminable» αντί να μεταφραστεί ως «μπορούσαν να τερματιστούν», αποδόθηκε ως «τερματίζονται». Σύμφωνα με τον Στερνς, «είναι το μόνο όπου ο όρος μιας κρίσιμης παραγράφου δεν συμπίπτει ακριβώς και στις δύο γλώσσες», κάτι που έδωσε στην «Εξόρμηση» το δικαίωμα να προπαγανδίζει ότι οι βάσεις «κλείνουν» το 1988.
Τότε, το 1988 ξεκίνησε ο νέος γύρος διαπραγματεύσεων, ο οποίος δεν ολοκληρώθηκε παρά τον Ιούλιο του 1990, για τη νέα μορφή της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA). Τελικά η νέα MDCA παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 2019, όταν και τροποποιήθηκε στην τελευταία μορφή της. Τον Ιούλιο του 1990 η νέα MDCA υπεγράφη από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά και τον πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα, Μάικλ Σωτήρχο. Στην τελετή παρίσταντο οι υπουργοί Αμύνης των δύο χωρών, ο Ντικ Τσένεϊ και ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, με υπασπιστή τον τότε αντιπλοίαρχο Π.Ν. Διονύση Χατζηδάκη, μετέπειτα δήμαρχο Παλαιού Φαλήρου και νυν βουλευτή της Ν.Δ. Μία από τις ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες εκείνης της τελετής ήταν ότι οι δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας γράφτηκαν σε μια γραφομηχανή με μεγάλα στοιχεία, δωρεά του Ευάγγελου Αβέρωφ, ο οποίος είχε πεθάνει λίγους μήνες νωρίτερα.
Οι στρατιωτικές βάσεις σήμερα
Το στρατιωτικό «αποτύπωμά» τους στην Ελλάδα ενισχύουν και παγιώνουν οι ΗΠΑ μετά την Μετά την υπερψήφιση στη Βουλή το 2020 της επικαιροποιημένης αμυντικής συνεργασίας (MDCA) ανάμεσα στην Ελλάδα και τις ΗΠΑ, η στρατιωτική υπερδύναμη παγίωσε το στρατιωτικό της «αποτύπωμα» στη χώρα μας.
Έτσι λοιπόν, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις απέκτησαν και επισήμως μόνιμη παρουσία – εκτός από τη Σούδα – σε άλλα τρία στρατηγικά σημεία της ελληνικής επικράτειας, στη Λάρισα, τον Βόλο και την Αλεξανδρούπολη με στόχο να εξασφαλίσουν καλύτερο έλεγχο στην περιοχή της Μεσογείου και της Μέση Ανατολής.
Στον έλεγχο αυτό συνδράμουν και τα ιπτάμενα ραντάρ AWACS που σταθμεύουν στη νατοϊκή βάση στο Άκτιο. Οι εγκαταστάσεις σε Λάρισα, Βόλο και Αλεξανδρούπολη θα χρησιμοποιούνται ως «ορμητήρια» για τα υπερσύγχρονα αμερικανικά UAVs, τα πλοία και ελικόπτερα μάχης.
Η Ουάσιγκτον έκρινε ότι η ενίσχυση της στρατιωτικής της παρουσίας στην Ελλάδα είναι επιβεβλημένη σε μία περίοδο ραγδαίων εξελίξεων στη «γειτονιά» της Μέσης Ανατολής και ενώ η Ρωσία επιχειρεί κάθοδο στη Μεσόγειο.
Πηγή: newsbomb.gr